Σηκώσαμε
πολλά φέρετρα αθώων τα τρία τελευταία χρόνια με το μυαλό μας, αλλά
φαίνεται ότι πρέπει να σηκώσουμε με τα ίδια μας τα χέρια το φέρετρο που
θα βγει από το δικό μας το σπίτι για να καταλάβουμε ότι ο θάνατος από
τους νόμους που πατάνε επάνω σε ψήφο έχει πρόσωπο και ιδιότητα. Έχει
εργασία σίγουρη και φερετζέ κόμμα, έχει μισθό αιματοβαμμένο, έχει
ονοματεπώνυμο και δεν είναι κανείς άλλος παρά μόνο ο διπλανός που κάνει
μνημόσυνο για τον αθώο με δακρύβρεχτα κειμενάκια και μετά υπογράφει
ειρηνικές καταδίκες αθώων γιατί «έλαβε εντολές». Ο δολοφόνος είναι αυτός
που μπαίνει στα καφενεία και αναθεματίζει το κράτος για το κακό που
βρήκε μια και δυο οικογένειες αλλά μετά περνάει από το γραφείο του
κόμματος για να στηρίξει μόνο το τομάρι του.
Είμαστε όλοι θλιβεροί
που νιώθουμε θλίψη για τους ήσυχους νεκρούς της νεοελληνικής δημοκρατίας
και την επόμενη στιγμή κοιτάμε πώς θα τα βγάλουμε εμείς πέρα με όσα
έμειναν στο πορτοφόλι μας. Βγήκε και νέος όρος να χαρακτηρίσει την οργή
κάποιων που δεν τους χωράει ο τόπος με αυτά που γίνονται:
«Αυτομαστίγωμα». Και βέβαια, ρε άθλιε, πρέπει να αυτομαστιγωθούμε όχι
μία, όχι δύο αλλά χιλιάδες φορές μη και ματώσει η ψυχή μας και
ξυπνήσουμε. Μη και αηδιάσουμε λίγο με τους εαυτούς μας που καθόμαστε
στις ουρές σαν τα σκυλιά όχι για να πάρουμε ξεροκόμματο αλλά να βάλουμε
τον οβολό μας στα ταμεία του σφαγέα Κράτους για να ακονίζει καλύτερα τα
λεπίδια - ανθρώπους, τους οποίους χρησιμοποιεί για να σου κόβουν την
ζωή. Από την άλλη έχουμε και κάτι μάγκες που δίνουν συμβουλές στους
αυτόχειρες: «Αφού πήρε απόφαση να αυτοκτονήσει γιατί δεν σκότωνε και
καμιά δεκαριά;» Αν ήταν να σκοτώσει καμιά δεκαριά να είσαι σίγουρος εσύ
που ξεστομείς την εκ του ασφαλούς εύκολη κουβέντα ότι θα ήσουν ένας από
αυτούς τους δέκα που θα έπαιρνε μαζί του.
Μην βγάζουμε την ουρά μας
απέξω από το αίμα που χύνεται πλέον στο δρόμο της Δημοκρατίας. Όσο και
να κλείνουμε τα παντζούρια και τις πόρτες των σπιτιών μας, η μπόχα της
απραξία μας μπαίνει από τις χαραμάδες.
«Και τι να κάνω, ένας
είμαι!», αυτό λέμε όλοι μας. Απάντηση κανείς από τους θνητούς δεν
μπορεί να σου δώσει διότι είναι η πρώτη παράσταση παγκοσμίως αυτή στην
οποία παίζουμε όλοι μας. Ίσως να πρέπει να κάνουμε αυτό που ο Αλμπέρ
Καμύ είπε: «Ακόμα κι όταν κάποιος είναι πεπεισμένος για την απελπισία
του, πρέπει να δρα σαν να ελπίζει. Ή να αυτοκτονεί. Ο πόνος δεν δίνει
δικαιώματα.» Το σίγουρο είναι ότι η ψήφος που κουβαλάς και κουνάς στα
μούτρα μελλοθάνατων Ελλήνων δεν είναι πια δικαίωμα σου αλλά το πιστόλι
με το οποίο απειλείς την ζωή των άλλων. Έχεις μετρήσει σήμερα πόσους
εκτέλεσες, ψηφοφόρε και ψηφοκουβαλητή; Άρχισε να βάζεις χαρακιές στον
τοίχο της κουζίνας σου για να δεις ότι οι αριθμοί ανάπτυξης ευρωπαϊκού
τύπου είναι οι σταυροί στους τάφους όσων δολοφόνησες. Κάνε νεκροταφείο
το βαμμένο σε χαρωπούς τόνους σπιτάκι σου και να γνωρίζεις ότι με
δανεικά οι χαροκαμένοι κάνουν τις κηδείες των οικείων τους. Μπες για μια
στιγμή στην θέση αυτού που κάνει παζάρια για τον τάφο του πατέρα, της
μάνας, του αδελφού, του παιδιού του….Δεν έχουν καμία σχέση με τα παζάρια
που κάνεις εσύ για το σίγουρο μηνιάτικο με το αφεντικό κράτος σου. Τα
δικά σου παζάρια δεν έχουν ούτε ίχνος ντροπής, ούτε αξιοπρέπειας.
Στο κάθε φέρετρο δημοκρατικά δολοφονημένου θύματος ακουμπά η Ελλάδα που
ήσυχα τραντάζεται κι ας μην έχει την τιμή ένας Σικελιανός να το σηκώσει.
Αυτά τα φέρετρα δεν έχουν την ανάλογη αξία να σκεπαστούν με τη σημαία.
Κάνατε ακόμα και "το πάπλωμα που σκεπάζει την Ελλάδα" κάλυμα για τις
βρομιές οι μεν, κωλόπανο για αναίμακτες επαναστάσεις οι δε. Και μείναμε
ξεσκέπαστοι ακόμα και ως νεκροί.
Κοινώς, εσείς οι νοικοκυραίοι και
οι άλλοι, οι επαναστάτες του κώλου, βουλώστε το όταν περνούν οι κηδείες
ανθρώπων που σε τίποτε δεν έφταιξαν παρά μόνο έζησαν το αποτέλεσμα των
δικών σας αποφάσεων και πράξεων. Στριμωχθείτε στις ομαδούλες σας, στα
κομματάκια σας, στα γκρίζα γραφειάκια σας, στις καθημερινές λαμογιές σας
και αφήστε χώρο τουλάχιστον να περάσει η νεκρική πομπή χωρίς τα χνώτα
σας να βρομίζουν τον αέρα.
Ο άδικος θάνατος δεν είναι για σχολιασμό
δημόσιας κατανάλωσης, ούτε μεζές κομματικών όρνεων που κάνουν την κάσα
εξέδρα για αντιπολιτευτικό ντόρο. Η ησυχία ενός θανάτου είναι η
περισυλλογή αυτών που έμειναν συνειδητά απέξω, αυτών που το ξημέρωμα
τους βρήκε ακόμα ζωντανούς και πρέπει να πάρουν αποφάσεις όχι για την
ελευθερία ή θάνατο αλλά για τον θάνατό τους ή το θάνατό σας.