Ο πόλεμος τελείωσε, το μαγαζί χαρίζεται
Του Θέμη Καίσαρη
Η εποχή Αλαφούζου βρίσκεται και επίσημα στην αρχή του τέλους της. Δεν είμαστε στο “φεύγω”, είμαστε στο “θα φύγω”. Και όποια κι αν είναι η πορεία μέχρι το “φεύγω”, όποια και αν θα είναι η επόμενη μέρα όταν αυτό θα ακουστεί, μπορούμε από σήμερα να κρίνουμε την εποχή Αλαφούζου στο τιμόνι του Παναθηναϊκού.
Ήταν μια παταγώδης αποτυχία. Είτε θες να κρίνεις πολύ αυστηρά, είτε θες να στρογγυλέψεις πράγματα και καταστάσεις, υπάρχει μόνος ένας τρόπος να το δεις. Ο Αλαφούζος απέτυχε πλήρως.
ΑΦΗΝΕΙ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Ο λόγος που δεν μπορεί κανείς να το δει αλλιώς είναι απλός. Ο Αλαφούζος, κανείς δεν το αρνείται, ανέβηκε στο καράβι όταν αυτό πήγαινε καρφί για τα βράχια, σαπισμένο. Δεν ανέβηκε σ’αυτό για να το οδηγήσει στις ανοιχτές θάλασσες και σε μέρη πρωτόγνωρα, δεν το ανέλαβε για να το μεγαλώσει και να το κάνει καλύτερο από ποτέ, τίποτα απ’όλα αυτά.
Το ανέλαβε λίγο πριν τα βράχια με έναν και μοναδικό στόχο: να το σώσει. Για να το γλιτώσει απ’τη σύγκρουση, για να κλείσει τα ρήγματα, να αντλήσει τα νερά, να το κρατήσει στην επιφάνεια. Αυτός ήταν ο ένας και μοναδικός στόχος του Αλαφούζου.
Και κάθε λέξη της χθεσινής ανακοίνωσης περιγράφει τέλεια το πως απέτυχε σ’αυτήν την αποστολή. Το καράβι βρίσκεται πάνω-κάτω στην ίδια κατάσταση που ήταν όταν ο Αλαφούζος ανέβηκε σ’αυτό. Η πορεία του είναι ξανά προς τα βράχια, το καράβι βρίσκεται στην ίδια, ίσως και χειρότερη, κατάσταση που το βρήκε, σαπίζει και χρειάζεται ο,τι και πριν από πέντε χρόνια: κάποιον να το σώσει.
Με μια λέξη. Αποτυχία. Πλήρης, παταγώδης, αναμενόμενη, δικαιολογημένη, όπως κι αν την πεις, δεν αλλάζει κάτι. Αποτυχία.
ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕ
Εκτός βέβαια κι αν αλλάξεις πρίσμα. Αν δεις τα πράγματα διαφορετικά. Μερικές φορές η αποτυχία και η επιτυχία αλλάζουν θέσεις, αν απλώς μεταφέρεις τον στόχο. Κάποιες άλλες φορές, η αποτυχία στα μάτια των πολλών φτάνει να είναι ακόμα και επιτυχία στα μάτια του ίδιου του πρωταγωνιστή.
Τι, δεν πιστεύετε πως ο Αλαφούζος μπορεί να πέτυχε; ΟΚ, θα σας πω μια ιστορία.
ΑΓΟΡΑΣΕ ΕΝΑ ΠΑΡΑΤΗΜΕΝΟ ΜΑΓΑΖΙ
Υπήρχε κάποτε ένα παρατημένο καλοκαιρινό κέντρο. Είχε γνωρίσει δόξες παλιά, αλλά βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, παρατημένο. Απ’το πουθενά, το απέκτησε ένας τύπος που δεν είχε καμία σχέση με τέτοια μαγαζιά.
Είχε ένα απλό και ταπεινό σχέδιο. Χαμηλό μπάτζετ κι ο,τι γίνει. Δεν προσέλαβε κανένα μεγάλο όνομα, δεν έκανε καμία φοβερή επένδυση. Πόνταρε σε ανθρώπους που με λίγα λεφτά θα έστηναν ένα σχήμα που θα μπορούσε να τραβήξει με λίγη τύχη. Θα άνοιγε μόνο Σάββατο κι ο,τι γίνει.
ΓΛΥΚΑΘΗΚΕ ΑΠ'ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ
Ο κόσμος αγάπησε τη νέα προσπάθεια, το μαγαζί απέκτησε υποστηρικτές. Και, ποιος θα το πίστευε, απ’το πουθενά, το μέρος όχι μόνο επέζησε, αλλά γνώρισε και μια επιτυχία που κανείς δεν περίμενε. Χαμός, δόξα, επιτυχία, το ηθικό στα ύψη.
Το αφεντικό γλυκάθηκε, το ίδιο κι ο κόσμος. Σιγά-σιγά, το σχέδιο του μαγαζιού άλλαξε. Επενδύσεις, χρήμα, πολυτέλεια σε σχέση με τα παλιά. Όχι πια “χαμηλό μπάτζετ-χαμηλές προσδοκίες”. Ο ουρανός είναι το όριο, πάμε, τα θέλουμε όλα, πάμε να γίνουμε το μεγαλύτερο μαγαζί. Καλύτερο προσωπικό, μεγαλύτεροι μισθοί, ονόματα, χαμός. Ανοιχτά και Πέμπτη και Παρασκευή και Σάββατο και Κυριακή.
ΤΟ ΠΛΑΝΟ ΔΕΝ ΒΓΗΚΕ, ΤΟ ΜΑΓΑΖΙ ΕΠΕΣΕ ΕΞΩ
Η επένδυση δεν βγήκε. Ο προϋπολογισμός ξέφυγε, τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα ήθελαν, το μαγαζί άρχισε ξανά να πέφτει έξω. Το αφεντικό ήταν αναγκασμένο να βάζει διαρκώς το χέρι στην τσέπη, άρχισε κάθε τρεις και λίγο να αλλάζει πλάνο, πρόσωπα, υπευθύνους, κτλ. Χάος.
Τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν, αντίθετα έγιναν χειρότερα. Το προσωπικό έμενε για μήνες απλήρωτο, αγωνιώντας για την τύχη του. Το αφεντικό ξαφνικά επαναδραστηριοποιήθηκε, τακτοποίησε κάποια απ’τα χρωστούμενα, έδωσε εντολή να γίνει ο,τι καλύτερο για τη νέα σεζόν.
Σύντομα όμως οι φόβοι επανήλθαν. Και το αφεντικό τελικά ανακοίνωσε πως κουράστηκε. Δεν αντέχει άλλο να ασχολείται και να πληρώνει, δηλώνει πως θέλει να δώσει το μαγαζί σε όποιον θέλει να το πάρει, μαζί με τα ανοίγματα και τα χρέη του. Κάπου εκεί, ένας φίλος του αφεντικού, δεν άντεξε και του είπε τις σκέψεις του. “Ρε συ, τι τα ήθελες τα μεγαλεία; Μια χαρά δεν ήταν στην αρχή, που το πλάνο ήταν πιο ταπεινό; Έκανες το λάθος να κυνηγήσεις τα πολλά και έπεσες έξω. Πλήρης αποτυχία, κι εσύ λεφτά έχασες και το μαγαζί πήγε κατά διαόλου και τώρα να δούμε ποιος θα το πάρει έτσι όπως είναι”.
Το αφεντικό εκτίμησε την ειλικρίνεια του φίλου του κι έτσι του είπε την αλήθεια. “Μα νομίζεις πως με νοιάζει και τόσο πολύ πια το μαγαζί ή τα λεφτά; Ξέρεις γιατί το πήρα; Γιατί δίπλα μένει ένας εχθρός μου, κάποιος που παλιά ήμασταν συνέταιροι, αλλά τα σπάσαμε με άσχημο τρόπο. Το μόνο που ήθελα ήταν να τον ενοχλεί η φασαρία, ειδικά το Σάββατο το βράδυ που κοιμάται νωρίς και το πρωί ξυπνάει να πάει στην εκκλησία”.
“Γι’αυτό το πήρα το μαγαζί και γι’αυτό το μεγάλωσα κιόλας, για να τον ενοχλώ όσο περισσότερο γίνεται. Δεν με νοιάζει που δεν πήγε και τόσο, ούτε με απασχολούν αυτά που έχασα. Θα ήθελα να έχει πάει καλύτερα, αλλά το βασικό δεν ήταν αυτό. Να τον ενοχλώ με τη φασαρία ήθελα και το πέτυχα”. Ο φίλος αιφνιδιάστηκε, αλλά δεν του πήρε πολύ για να καταλάβει γιατί το αφεντικό μιλούσε για επιτυχία. Στο μυαλό του εξηγήθηκαν με μιας και οι ανεξήγητα κακές επιλογές των τελευταίων χρόνων και οι παλινωδίες, πλέον δεν απορούσε, κατάλαβε πως άλλος ήταν ο στόχος.
Είχε όμως μια τελευταία ερώτηση. “Καλά όλα αυτά, αλλά αφού ήθελες να τον ενοχλείς, γιατί σταματάς, γιατί αφήνεις το μαγαζί;” Το αφεντικό χαμογέλασε. “Πέρασε ο καιρός και τώρα τελευταία τά’χουμε βρει ξανά. Ξέρεις πως είναι αυτά, περασμένα-ξεχασμένα”.
ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΚΟΝΤΡΑ
Αυτή ήταν η ιστορία. Αληθινή ή όχι, ο καθένας σας ας το κρίνει μόνος του. Δεν προσπαθώ να πείσω κανέναν για τις σκέψεις μου, απλώς τις καταθέτω.
Ο καθένας μπορεί να σκεφτεί ποιος ήταν ο “γείτονας" που “ενοχλούσε” τόσα χρόνια το αφεντικό του μαγαζιού, ποιος ήταν ο εχθρός που πολεμούσε. Μπορεί επίσης να σκεφτεί που και πότε ξεκίνησε η κόντρα τους. Λίγο πριν το αφεντικό αποκτήσει το μαγαζί, όταν ήταν συνέταιροι σε άλλη, τελείως διαφορετική επιχείρηση.
Μπορεί επίσης, με αρκετά καλή μνήμη ή μια καλή αναζήτηση στο διαδίκτυο, να θυμηθεί τη φορά που ο γείτονας μίλησε για την ενόχληση που δέχεται. Γραπτώς, με επίσημη ανακοίνωση που ξεκινούσε περιγράφοντας ακριβώς ποιος τον ενοχλεί, με ποιον τρόπο και, πάνω απ’όλα, από πότε. Από τότε που σταμάτησαν να είναι συνέταιροι.
Τέλος, ο καθένας μπορεί να έχει διαπιστώσει τελευταία πως όντως οι δυο τους, αφεντικό και γείτονας, δεν είχαν τις συνήθεις εντάσεις. Αντιθέτως, μια απλή παρατήρηση ήταν αρκετή για να καταλάβει κανείς πως δεν μοιάζουν εχθροί πια, αλλά περισσότερο σύμμαχοι, αν όχι φίλοι.
THE WAR IS OVER ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΓΑΖΙ ΧΑΡΙΖΕΤΑΙ
Ο πόλεμος τελείωσε. Το “αφεντικό” κι ο “γείτονας” τα βρήκαν, ξανά. Περασμένα-ξεχασμένα. Πως το λένε οι μπάτσοι στις αμερικανικές ταινίες στο πλήθος που μαζεύεται; “Δεν υπάρχει πια τίποτα να δείτε εδώ, προχωρήστε, απομακρυνθείτε”.
Α, ξέχασα. Εσάς δεν σας ενδιαφέρουν οι πρωταγωνιστές. Εσείς καίγεστε για το μαγαζί της ιστορίας, αυτό αγαπάτε και νοιάζεστε για τη δική του τύχη. Ε, για το μαγαζί τα είπαμε. Βρίσκεται στην ίδια άθλια κατάσταση που ήταν και στην αρχή της ιστορίας, όταν ξαφνικά το ανέλαβε κάποιος για να το σώσει.
ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΦΙΝΑΛΕ
Το μαγαζί χαρίζεται και περιμένει τον επόμενο. Που είτε θα θέλει να το σώσει, είτε θα θέλει να ενοχλήσει κανέναν γείτονα. Ένα απ'τα δύο, μπορεί και τα δύο μαζί μπορεί και κάτι άλλο, θα το δούμε. Όχι όταν εμφανιστεί, αλλά όταν θα έρθει η ώρα να αποχωρήσει κι αυτός.
Οι σχέσεις κρίνονται στο φινάλε, όχι στην αρχή. Αυτό να θυμόμαστε μέχρι να δούμε την επόμενη μέρα.