Οι τρεις φάσεις της πολεμικής
επικοινωνίας: προπαγάνδα, θέαμα και
επικοινωνιακό ‘χάος’
Γράφει η Dr ΕΥΓΕΝΙΑ ΣΙΑΠΕΡΑ
Dublin City University
School of Communications
Η άνοδος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε συνδυασμό με τεχνολογικές και μιντιακές εξελίξεις όπως για παράδειγμα τα smartphones, έχουν αλλάξει δραματικά το σύχρονο μιντιακό τοπίο. Αν στα παραδοσιακά μέσα, όπως ο τύπος και η τηλεόραση, ο έλεγχος της επικοινωνίας ήταν λίγο-πολύ στα χέρια των δημοσιογράφων αλλά και των ιδιοκτητών των μέσων, στο πεδίο του διαδικτύου και των κοινωνικών μέσων, οι ισορροπίες αλλάζουν και οι εξελίξεις είναι απρόβλεπτες.
Ποιές είναι οι επιπτώσεις των αλλαγών αυτών στην πολεμική επικοινωνία;
Η άνοδος των μαζικών μέσων επικοινωνίας στις αρχές του 20ου αιώνα με το ραδιόφωνο, τον κινηματογράφο και λίγο αργότερα την τηλεόραση, συνδυάστηκε με τη μέθοδο της προπαγάνδας. Καθώς τα μέσα αυτά ήταν κεντρικά ελεγχόμενα, στα χέρια λίγων, τα περιεχόμενά τους μπορόυσαν πολύ εύκολα να χρησιμοποιηθούν για πολιτική επιρροή. Οι προπαγανδιστικές ταινίες της Ναζιστικής Γερμανίας, όπως για παράδειγμα The Triumph of the Will (Riefenstahl, 1935) ήταν ένα σημαντικό όπλο στον πόλεμο για επιρροή. Η πίστη στη δύναμη της προπαγάνδας ήταν τέτοια ώστε ο Himmler είχε απαγορεύσει στα μέλη των SS να δουν το Θωρηκτό Ποτέμκιν του Σέργκει Άιζενστάιν από φόβο μη γίνουν κομμουνιστές.
Γύρω στα μέσα του 20ου αιώνα, ο στενός έλεγχος της επικοινωνίας και η εμφανής λογοκρισία δεν ήταν πλέον τόσο εφικτά. Ένα από τα πιο σημαντκά σημεία καμπής ήταν ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ο οποιος θεωρηθηκε ο πρώτος μη-λογοκριμένος πόλεμος (Hallin, 1989). Ενώ τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είχαν χρησιμοποιηθεί ως οχήματα προπαγάνδας σε προηγούμενους πολέμους, στον πόλεμο του Βιετνάμ ήταν φαινομενικά ελεύθερα και αυτό, σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο Νίξον κόστισε τον πολεμο στις ΗΠΑ. Φωτογραφίες με τα θύματα πολέμου, γυναίκες και παιδιά στο Βιετνάμ, αλλά και τα φέρετρα με τους νεκρούς στρατιώτες συντέλεσαν στο να στραφεί η κοινή γνώμη εναντίον της αμερικανικής επέμβασης στο Βιετνάμ.
Το επόμενο σημείο καμπής ήταν ο πρώτος πόλεμος του Κόλπου το 1991, ο οποίος ανέδειξε το CNN, τις συνεχείς 24/7 ειδήσεις και το λεγόμενο CNN effect, δηλαδή την ιδέα ότι η συνεχής επικοινωνία σε πραγματικό χρόνο μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις σε εγχώρια ακροατήρια και πολιτικές ελίτ (Robinson, 1999). Σκηνές απο τον πολεμο έμοιαζαν με κινηματογραφικές σκήνες, το δραματικό τοπίο του Ιρακ, η έμφαση στον πόλεμο ως θέαμα χαρακτηρίζουν τη φάση αυτή. Η κεντρικότητα της τηλεόρασης και η θεαματική κάλυψη του πολέμου, ο οποίος στη συνέχεια προσαρμόστηκε τις απαιτήσεις του μέσου της τηλεόρασης και του κύκλου των 24/7 ειδήσεων, οδήγησε τον Baudrillard (1995) να υποστηρίξει ότι η περίπτωση του πολέμου του Κόλπου ήταν μια εικονική προσομοίωση του πολέμου, μια συλλογή από εικόνες και θέαμα χωρίς ουσία.
Στις αρχές του 21ου αιώνα με την άνοδο των νέων μεσων επικοινωνίας περάσαμε με μια νέα φάση, όπου η δυναμική μεταξύ των βασικών παραγόντων της πολμεικής επικοινωνίας είναι διαφορετική και τα αποτελέσματα απρόβλεπτα και διφορούμενα. Η διάκριση μεταξύ των φάσεων της πολεμικής επικοινωνίας μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιστοιχεί στη διάκριση μεταξύ διαφορετικών εποχών στα μέσα ενημέρωσης. Συγκεκριμένα, ο Poster (1995) υποστήριξε ότι το διαδίκτυο προανήγγειλε μια νέα εποχή των μέσων ενημέρωσης, στην οποία η δικτυωμένη και αποκεντρωμένη δομή των μέσων ενημέρωσης αντανακλάται στις εξατομικευμένες, διαδραστικές και συμμετοχικές πρακτικές των χρηστών.
Εάν η προηγούμενη εποχή των μέσων ενημέρωσης χαρακτηρίζεται από ένα πομπό-προς-πολλούς δέκτες επικοινωνικό μοντέλο κι ένα κεντρικά ελεγχόμενο σύστημα επικοινωνίας, η τωρινή εποχή χαρακτηρίζεται από πολλούς πομπούς-προς-πολλούς δέκτες, αποφεύγοντας τον κεντρικό έλεγχο. Ενώ το παραδειγματικό μέσο της πρώτης εποχής των μέσων ενημέρωσης ήταν η τηλεόραση και το ραδιοφωνο, στη δεύτερη εποχή των μέσων ενημέρωσης το παραδειγματικό μέσο είναι το Διαδίκτυο.
Στο ίδιο πνεύμα, οι δύο φάσεις της πολεμικής επικοινωνίας που συζητούν οι Hoskins & Ο’ Loughlin (2010) κάνουν παρόμοιες διακρίσεις: η πρώτη φάση κυριαρχείται από τα Big Media, κυρίως Δυτικής προέλευσης, που εστιάζονται στον πόλεμο ως θέαμα κι έχουν προβλέψιμα και μετρήσιμα αποτελέσματα. Στη δεύτερη φάση μπορούμε να παρατηρήσουμε έντονο διεθνή ανταγωνισμό για τις ειδήσεις, weaponized μέσα, δηλαδή επικοινωνία που χρησιμοποιείται ενάντια στον αντίπαλο, και κατακερματισμένα ακροατήρια. Στη φάση αυτή είναι πολύ δύσκολο να διακρίνουμε αίτια και αποτέλεσματα, και επικρατεί αβεβαιότητα σε σχεση με την επικοινωνιακή πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί. Στη φάση αυτή της πολεμικής επικοινωνίας που οι Hoskins & O’ Loughlin αποκαλούν ‘διάχυτο πολέμο’ (diffused war), οι σχέσεις και οι δεσμοί μεταξύ του τρίπτυχου της κυβέρνησης, των στρατιωτικών και του κοινού είναι απρόβλεπτες, αναγκάζοντάς τους να αντιμετωπίσουν απροσδόκητα σχόλια και να μάθουν νέους τρόπους διαχείρισης των πληροφοριών.
Με λίγα λόγια, η νέα φάση πολεμικής επικοινωνίας περιλαμβάνει μια αναδιάταξη των σχέσεων μεταξύ της κυβέρνησης, των στρατιωτικών και του κοινού/πολιτών εξαιτίας των νέων μέσων και των τρόπων με τους οποιους διαχέονται οι πληροφορίες, τόσο από επίσημους όσο και από ανεπίσημους φορείς. Πιο πρόσφατα, οι Ο’ Loughlin και Hoskins (2015) αναφέρονται σε μα νέα επικοινωνιακή στροφή, όπου τα επίσημα μέσα μαζικής επικοινωνίας αναλαμβανουν εκ νεου την επιμέλεια της επικοινωνίας, επιλέγοντας ορισμένα γεγονότα ή θέματα ή εικόνες και αγνοώντας τα υπόλοιπα. Σύμφωνα με τους Ο’ Loughlin και Hoskins στον χαοτικό και ρευστό περιβάλλον του σημερινού μιντιακού οικοσυστήματος, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναδεικνύονται και πάλι ως πηγές αξιοπιστίας και ευκρίνειας.
Σε γενικές γραμμές, το τοπίο της πολεμικής επικοινωνίας έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές, επειδή έχει ουσιαστικά χαθεί το επικοινωνιακό μονοπώλιο που κατείχαν τα ΜΜΕ. Το αποτέλεσμα είναι ότι, παρόλες τις προσπάθειες των ΜΜΕ αλλά και των κυβερνήσεων και στρατών να ανακτήσουν τον έλεγχο, αυτό ειναι κάτι αδύνατο καθώς οι πηγές επικοινωνίας έχουν πολλαπλασιαστεί. Αναπάντεχες πηγές μπορεί να αναδειχτούν ως σημαντικές εκ του μη όντως. Για παραδειγμα, στην έρευνα των Siapera et al (2015) για την επιχείρηση Protective Edge του Ισραήλ στη Γάζα το καλοκαίρι του 2014, ο λογαριασμός της @Farah_Gazan στο Twitter αναδείχτηκε σημαντικός επικοινωνιακός κόμβος – η Farah ήταν ενα δεκαεξάχρονο κορίτσι που χρησιμοποιούσε το Twitter από το δωμάτιο της στη Γάζα. Αυτό ήταν κάτι που ο Ισραηλινός Στρατός δεν μπορούσε να προβλέψει ούτε να ελέγξει. Από την άλλη, ο Ισραηλινός Στρατός χρησιμοποίησε τις δικές του επικοινωνιακές μεθόδους στο Twitter, και συγκεκριμένα τα λεγόμενα infographics, με πληροφορίες και εικόνες, στοχεύοντας απευθείας στα ΜΜΕ.
Παρατηρούμε δηλαδή ότι στις παρούσες συνθήκες από τη μία αναδύονται νέοι κόμβοι επικοινωνίας, αλλά από την άλλη, οι ‘παραδοσιακοί’ κόμβοι διατηρούν τα προνόμιά τους και καινοτομούν, κατασκευάζοντας τις δικές τους μεθόδους που είναι συμβατές με τις λογικές των νέων μεσων.