Απειλές και ευκαιρίες για την Ελλάδα
του Μάκη Ανδρονόπουλου
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ αποτελεί ένα εύλογο ερωτηματικό στις διεθνείς σχέσεις, αλλά και για την ίδια τη χώρα του, καθώς πέρα από την προσωπική του ιδιοσυστασία, διαθέτει δύο αστάθμητα προς το παρόν χαρακτηριστικά. Πρώτον, δεν ανήκει στο πολιτικό σύστημα (όπως άλλωστε και ο Ρήγκαν), άσχετα εάν αποτελεί μέρος του οικονομικού κατεστημένου. Δεύτερον, ως επιχειρηματίας ανήκει κυρίως στον πραγματικό τομέα της οικονομίας, εξ ου και η επιφυλακτικότητά του απέναντι στις αγορές, τις εμπορικές συμφωνίες τύπου NAFTA, TTIP και γενικά απέναντι στην παγκοσμιοποίηση.
Για την Ευρώπη, χωρίς αμφιβολία, η εκλογή του φέρνει ανατροπές που επίσης δεν είναι δυνατόν ακόμη να σταθμιστούν. Θεωρεί το ΝΑΤΟ άχρηστο (obsolete), αφού δεν ισχύουν πλέον οι συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε και ουσιαστικά αδρανεί. Καλεί τα 28 μέλη της Συμμαχίας να βάζουν το 2% του ΑΕΠ τους στην άμυνα (όπως τους υποχρεώνει ο καταστατικός χάρτης του ΝΑΤΟ) και που μόνο οι ΗΠΑ, το ΗΒ, η Ελλάδα, η Πολωνία και η Εσθονία τηρούν. Τέλος, δεν έχει εχθρικές θέσεις έναντι της Ρωσίας. Η εκλογή Τραμπ φαίνεται πως λειτουργεί σαν καταλύτης στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, τόσο στο πολιτικό επίπεδο, δηλαδή στο πως θα αντιδράσουν οι συστημικές δυνάμεις μετά την νίκη του «αντιπολιτικού» Τραμπ, αλλά κυρίως, στο πεδίο της ασφάλειας και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η Ελλάδα βρίσκεται συνεπώς αντιμέτωπη με πολυδιάστατες και περίπλοκες διεθνείς εξελίξεις, οι οποίες εμπεριέχουν κρίσιμες απειλές, αλλά και μεγάλες ευκαιρίες, γεωπολιτικές και γεωοικονομικές. Ας επιχειρήσουμε μια αναψηλάφησή τους.
Η σύλληψη του Σελαχατίν Ντεμιρτάς και της Φιγκέν Γιουκσέκνταγ, καθώς και άλλων εννέα βουλευτών του σοσιαλιστικού φιλοκουρδικού κόμματος HDP της Τουρκίας από το ισλαμιστικό καθεστώς Ερντογάν μοιάζει με τραγικά μοιραίο λάθος, αφού είναι βέβαιο ότι προκαλεί ανεξέλεγκτες αντιδράσεις των Κούρδων στο τουρκικό έδαφος. Εκτός εάν αυτός ήταν εξ αρχής ο σκοπός του, να προκαλέσει δηλαδή μαζικές αντιδράσεις, «εμφυλιακού» επιπέδου, με διπλό στόχο: Πρώτον, να δημιουργηθεί άλλοθι εισβολής και στο Ιράκ και διεύρυνσης των κατακτητικών του επιχειρήσεων στη Συρία. Σημειωτέον ότι τις τελευταίες ημέρες η Τουρκία ανέπτυξε δυνάμεις στα τουρκο-ιρακινά σύνορα ενισχυμένες με τανκς, κίνηση που προκάλεσε την αντίδραση της Βαγδάτης που δήλωσε ότι αν εισβάλει, τότε η κίνησή της θα απαντηθεί. Η εισβολή φαίνεται πως άρχισε με εμπροσθοφυλακή 10.000 Σύρους Τουρκμάνους. Ήδη ισχυρές κουρδικές και ιρακινές πολιτοφυλακές έχουν μετακινηθεί απέναντι στον τουρκικό στρατό. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο Ερντογάν θα επιδιώξει να ενοποιήσει όλο το κουρδικό μέτωπο Συρίας-Ιράκ και να προβεί σε ολοκληρωτικό πόλεμο με επεκτατικές διαθέσεις, αλλά και αμυντικές, να μπλοκάρει δηλαδή την διέξοδο των κουρδικών περιοχών στη Μεσόγειο.
Δεύτερον, να εξαπολύσει ένα νέο κύμα προσφυγιάς προς την Ευρώπη μέσω της Ελλάδας με πρόσχημα τη μη χορήγηση της βίζας για Τούρκους υπηκόους (διάβαζε Κούρδους και κεμαλιστές που θα αυτοεξορίζονται για να γλυτώσουν τη ζωή τους). Ήδη, απειλεί για 3 εκατ. πρόσφυγες που θα εξαπολύσει στην Ευρώπη.
Οι κινήσεις του Ερντογάν φαίνεται πως είχαν γίνει εγκαίρως αντιληπτές από τους Αμερικανούς, αφού το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διέταξε πολύ πρόσφατα την απομάκρυνση των οικογενειών του αμερικανικού προξενικού προσωπικού στην Κωνσταντινούπολη. Λίγες μέρες νωρίτερα, με άλλη ταξιδιωτική οδηγία προειδοποιούσε τους Αμερικανούς να «επανεξετάσουν προσεκτικά το εάν θα ταξιδέψουν στην Τουρκία με δεδομένες τις σημερινές περιστάσεις». Οι Αμερικανοί δεν θέλουν εκπλήξεις και όταν οι Τούρκοι κατέρριψαν το ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος, είχαν θορυβηθεί επειδή η Τουρκία ανήκει στο ΝΑΤΟ και τέτοιου τύπου ενέργειες εμπεριέχουν τον κίνδυνο εμπλοκής των ΗΠΑ και της συμμαχίας.
Αλλά και οι Ευρωπαίοι είχαν θορυβηθεί για τον ίδιο λόγο, αν και αυτό που τους απασχολεί κυρίως είναι το μεταναστευτικό. Πάντως, μετά τις απειλές του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πως εάν δεν υπάρξει πρόοδος στο ζήτημα κατάργησης της βίζας για τους Τούρκους που ταξιδεύουν στην Ευρώπη, η χώρα του θα αναστείλει τη συμφωνία με την ΕΕ, αλλά και μετά το αίτημα της Τουρκίας προς το ΝΑΤΟ για αποχώρηση των ΝΑΤΟϊκών πλοίων από το Αιγαίο, οι Ευρωπαίοι αρνήθηκαν να το ικανοποιήσουν και η αρμάδα παραμένει στην περιοχή. Παράλληλα, δόθηκε δια στόματος Γιουνκέρ μια πολιτική απάντηση στις τουρκικές απειλές.
Οι κινήσεις αυτές του Ερντογάν θυμίζουν στους παρατηρητές το περίφημο δόγμα των δυόµισι πολέµων, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία, ως περιφερειακή υπερδύναµη, µπορεί να αντεπεξέλθει ταυτόχρονα και επιτυχώς σε έναν πόλεµο µε τη Συρία, έναν µε την Ελλάδα και µισό µε τους Κούρδους.
Η στρατηγική του εκφοβισμού που ανέκαθεν ασκούσε προς πάσα κατεύθυνση η Τουρκία, πρόσφατα προσέλαβε ακραίες διαστάσεις με απειλές για
· ακύρωση της Συνθήκης της Λωζάννης,
· την προσάρτηση της βόρειας Κύπρου,
· δημοψήφισμα στη Θράκη,
· τουρκικά νησιά στο Αιγαίο, αλλά και
· αρπαγή των αμερικανικών πυρηνικών του Ιντσιρλίκ,
· και τέλος, η απειλή της διοχέτευσης εκατομμυρίων προσφύγων στην Ευρώπη.
Να προσθέσουμε επίσης την ανακοίνωση από την τουρκική κυβέρνηση του εξοπλιστικού προγράμματος προμήθειας 24 μαχητικών 5ης γενιάς F-35 έως το 2018 και στη συνέχεια αντικατάσταση του στόλου των F-16. Η πολιτική αυτή δεν θα έπρεπε πάντως να εκπλήσσει την Αθήνα αφού η Τουρκία είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα Joint Strike Fighter από χρόνια πολλά.
Όλα αυτά δεν αποτελούν πλέον αστεία ενός αρχομανούς «σουλτάνου». Παρ΄ όλο που προς το παρόν παραμένουν μόνο απειλές, ευτυχώς, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι άρχισαν πλέον να αντιλαμβάνονται ότι ο δρόμος που έχει πάρει ο Ερντογάν δεν έχει επιστροφή. Το ζήτημα είναι πως αντιδρά η Αθήνα απέναντι σε όλα αυτά, η οποία από το 1995 ακολουθεί μια πολιτική του κατευνασμού, όταν δηλαδή η Τουρκική Βουλή ψήφισε το casus belli αν Ελλάδα προχωρήσει σε επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, αναδεικνύονται πολύ σημαντικές ευκαιρίες για την Ελλάδα που υπό τον όρο της εθνικής ομοψυχίας και μιας εντατικής και αποφασιστικής διπλωματίας μπορεί να επωφεληθεί στρατηγικά και μακροπρόθεσμα από τις αβεβαιότητες και ανισορροπίες που προκαλεί ο Ερντογάν. Το ίδιο ισχύει και για την Κύπρο. Η πολιτική του κατευνασμού πρέπει να τελειώσει (και με την εμπλοκή της ΕΕ), καθώς τώρα παρουσιάζεται μια γεωπολιτική συγκυρία που η Ελλάδα και η Κύπρος αναδεικνύονται στο προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης.
Τώρα εμφανίζεται η δυνατότητα ανακήρυξης της ελληνικής ΑΟΖ, που -σημειωτέον- δεν αποτελεί, τουλάχιστον μέχρι τώρα,casus belli. Πρόσφατα δημοσιεύθηκαν οι νέοι παγκόσμιοι χάρτες οριοθέτησης της ΑΟΖ που δικαιώνουν την Ελλάδα από την οργάνωση Marine Regions (Οστάνδη, Βέλγιο) η οποία θεωρείται το παγκόσμιο κέντρο χαρτογράφησης θαλασσίων ζωνών. Οι χάρτες αυτοί, όπως έγραψε στο mignatiou.gr προ εβδομάδων ο καθηγητής Οικονομικών του Πανεπιστημίου Μέρυλαντ και συγγραφέας Θεόδωρος Καρυώτης δικαιώνουν πλήρως τις ελληνικές θέσεις και επιπλέον, δείχνουν την Ελλάδα με χωρικά ύδατα 12 ν.μ., ενώ καταδεικνύουν πως η Τουρκία δεν έχει συνορεύουσα ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Ο ίδιος, σε άλλη ανάλυσή του επισημαίνει ότι από το 2013, οι συζητήσεις για μια Ευρωπαϊκή ΑΟΖ στη Μεσόγειο αναζωπυρώθηκαν με αφορμή το σχέδιο «Γαλάζια Ανάπτυξη», αλλά και υπό το πρίσμα των κοιτασμάτων φυσικού αερίου που έχουν ανακαλυφθεί στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο Καρυώτης επισημαίνει ότι μέσα στις ΑΟΖ των 200 ν.μ. των κρατών-μελών της ΕΕ, το μεγαλύτερο ποσοστό της Μεσογείου σε αλιεία και σε υδρογονάνθρακες θα είναι ευρωπαϊκή ιδιοκτησία, καθώς και ότι χωρίς τις ΑΟΖ να έχουν συμφωνηθεί, να έχουν ανακηρυχθεί και οριοθετηθεί, η εκμετάλλευση του ότι βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας είναι αδύνατη. Πέραν τούτων, να υπενθυμίσουμε και την ύπαρξη ενός εναλλακτικού σχεδίου, ισραηλο-αμερικανικής έμπνευσης, περί ενοποίησης των ΑΟΖ Ελλάδας - Αιγύπτου - Ισραήλ - Κύπρου στη λογική μιας μεσογειακής NAFTA που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα νέο ενεργειακό και αναπτυξιακό πόλο και θα άλλαζε τα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή
Υπό τις παρούσες συνθήκες διαφαίνεται άλλωστε πως η υπέρτερη τουρκική πολεμική ισχύς μοιάζει αδυνατισμένη, τόσο εξ αιτίας της αποπομπής Τούρκων πιλότων και άλλων στρατιωτικών ως δήθεν γκιουλενιστών, αλλά και λόγω της επικέντρωσης στο συριακό και ιρακινό μέτωπο και στην ένταση στις περιοχές του ΡΚΚ. Σε αυτό να προστεθεί και το γεγονός ότι η υποκριτική στάση των ίσων αποστάσεων των ΗΠΑ έχει πλέον κλονισθεί, κυρίως λόγω της εκστόμισης της απειλής για την αρπαγή των πυρηνικών του Ιντσιρλίκ. Εκεί πάλι υπάρχει η δυνατότητα προώθησης της Καρπάθου ως εναλλακτικής βάσης για τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ.
Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε τεράστια επιχειρησιακά οφέλη και κυρίως θα έκοβε τη φόρα των Τούρκων στην προσπάθειά τους να ενθυλακώσουν τη θαλάσσια περιοχή του Καστελόριζου, αλλά κυρίως, θα ήταν και μια απάντηση στην απειλή για προσάρτηση της βόρειας Κύπρου από την Τουρκία. Αυτή η απειλή βέβαια πρέπει να απαντηθεί από την ΕΕ, καθώς η χώρα είναι μέλος της ΕΕ, ενώ πρέπει σε κάθε περίπτωση να τονίζει πως η λύση του Κυπριακού πρέπει να είναι συμβατή με το κοινοτικό κεκτημένο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Jean-Marc Ayrault, που επισκέφθηκε την Κύπρο σε συνέντευξή του στο «Φιλελεύθερο», τόνισε πως η λύση του Κυπριακού πρέπει «να συμφωνεί με τις παραμέτρους που έχει ορίσει ο ΟΗΕ, να σεβαστεί το κοινοτικό κεκτημένο και τις ευρωπαϊκές συνθήκες», αλλά και ότι «όταν το σύστημα εγγύησης και ασφάλειας εφαρμόστηκε στην Κύπρο το 1960, ο κόσμος ήταν διαφορετικός απ’ ότι είναι σήμερα». Επεσήμανε ότι τα κράτη της ανατολικής Μεσογείου αντιμετωπίζουν προκλήσεις σε θέματα ασφάλειας, εξ αιτίας της τρομοκρατίας, της παράνομης διακίνησης αλλά και του μεταναστευτικού και ότι μια αρχιτεκτονική ασφάλειας στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ πρέπει να λάβει υπόψη της όλα αυτά τα διακυβεύματα.
Τέλος να σημειώσουμε ότι η επιλογή του Αμερικανού προέδρου Μπάρακ Ομπάμα να πραγματοποιήσει το τελευταίο επίσημο ταξίδι του σε Αθήνα και Βερολίνο (χωρίς να πάει στην Τουρκία όπως πάντα συνηθιζόταν), χωρίς αμφιβολία, αφορά τηνγεωπολιτική σημασία που αποδίδουν οι ΗΠΑ στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική σταθεροποίηση της Ελλάδας, βάση της οποίας είναι η οριστική διευθέτηση του ελληνικού χρέους. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα πιέσει το Βερολίνο για την συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για το χρέος πριν τις γερμανικές εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2017. Πέραν αυτού, τα κρίσιμα ζητήματα του Κυπριακού και του Μεταναστευτικού θα ζυμωθούν και πάλι.
Η διεθνής συγκυρία εμπεριέχει σημαντικές ευκαιρίες για μια καλά προετοιμασμένη Ελλάδα που θα αποπνέει προς πάσα κατεύθυνση εθνική ομοψυχία και αποφασιστικότητα. Ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι και η αποβολή αυτού που ο καθηγητής Γιάννης Μεταξάς αποκαλεί αδέσποτο σύνδρομο δραματοποίησης των γεγονότων, δηλαδή να υπερβούμε τη στάση της φοβίας απέναντι σε κάθε απειλή που εκστομίζεται. Πάντως, για καλό και για κακό, επειδή δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στην Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες, καλό είναι να δώσουμε βαρύτητα στη Συμμαχία των 4 (Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ-Αίγυπτος) με την προώθηση μιας κοινής συμφωνίας ασφάλειας, ως αντίβαρο στη ραθυμία των παραδοσιακών συμμάχων μας.