Ελληνική Ανάσταση
Του Μάκη Ανδρονόπουλου
Η επικυριαρχία των κοτζαμπάσηδων (εκμισθωτές φόρων του σουλτάνου) στο ελεύθερο νεοελληνικό κράτος και η «καχεξία» της αστικής τάξης που δεν μπόρεσε ποτέ να ξεριζώσει την εξουσία τους, καθήλωσαν τη χώρα στην κατάσταση του πελατειακού κράτους, την οδήγησαν σε διχασμούς, δικτατορίες, στον εμφύλιο και στη διαφθορά, με αποτέλεσμα οι πολίτες να θεωρούν a priori το κράτος εχθρικό προς τα συμφέροντά τους και κάπως έτσι φθάσαμε εδώ που φθάσαμε…
Στον αναστοχασμό αυτό οδηγήθηκα αυτές τις μέρες διαβάζοντας την «Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας» του Νίκου Σβορώνου που κυκλοφόρησε ένθετη στο «Βήμα». Υπήρξαν αρκετές φάσεις που πήγε να ανατραπεί η εξουσία των εκάστοτε κοτζαμπάσηδων, αλλά ποτέ δεν υπήρξε αρκετός χρόνος για να εδραιωθεί μία ουσιαστικά δημοκρατική διοίκηση και προοπτική για τη χώρα. Διασπάσεις, προσωπικές φιλοδοξίες, ματαιοδοξίες, μαξιμαλισμοί αποδυνάμωναν το εγχείρημα της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης. Ανάμεσα σε αυτές λάμπει η περίοδος του ΕΑΜ με αποκορύφωμα την συγκρότηση της Προσωρινής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Δυστυχώς, η ιστορική ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ θα καταγραφεί, εκ του αποτελέσματος, ως μια περίοδος λαϊκισμού, κατασπατάλησης των εθνικών και των κοινοτικών πόρων, διαφθοράς και χρεοκοπίας.
Σήμερα, υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες, η σκυτάλη βρίσκεται στα χέρια της Αριστεράς. Είναι ίσως η τελευταία ευκαιρία να γίνει η Ελλάδα «μια άλλη χώρα» και να διεκδικήσει τη θέση που μπορεί να έχει ανάμεσα στους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ο φορέας της εθνικής ανασυγκρότησης; Δύσκολη απάντηση.
Διότι το ιστορικό διακύβευμα δεν είναι μόνο να μείνουμε στην ευρωζώνη χωρίς να σκάσουμε, αλλά να απαλλαγούμε από το «σύνδρομο της θυματοποίησης», να καταργήσουμε τον λαϊκισμό όλων των χρωμάτων, να τελειώσουμε με τη διαπλοκή των media, των τραπεζών και των ολιγαρχών. Αυτά είναι προϋπόθεση για την Ανάσταση της Ελλάδας και την ουσιαστική εκπλήρωση των λαϊκών προσδοκιών.
Αυτά είναι και προϋπόθεση για να έρθουν οι επενδύσεις που θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, υψηλής εξειδίκευσης και αμοιβών. Την ανάπτυξη δεν μπορεί να την κάνει το κράτος. Μπορεί όμως να την δρομολογήσει, να την καθοδηγήσει και να την ρυθμίσει. Πολλοί πιστεύουν ότι το κράτος μπορεί. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε μια τέτοια σύλληψη και μεταπολιτευτικά έφτιαξε τράπεζες και φορείς και επιχειρήσεις, όπως η ΕΛΕΒΜΕ, η ΚΕΔ, τα Ελληνικά Σιδηροκράματα κλπ που όμως δεν μπόρεσαν να παίξουν το ρόλο που ήθελε. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 ρώτησα σε μια προσωπική συζήτηση τον Γεράσιμο Αρσένη «τι έφταιξε;» και δεν πήγε καλά η πρώτη περίοδος του ΠΑΣΟΚ στην οικονομία και μου απάντησε με ειλικρίνεια «υπερτιμήσαμε τις δυνατότητες του δημόσιου τομέα». Αυτά λέει η ιστορία. Λέει, δηλαδή, ότι το κράτος στην Ελλάδα παράγει γραφειοκρατία και φακελάκια (και τώρα). Ο πλούτος, δηλαδή οι θέσεις εργασίας και οι καλοί μισθοί, παράγονται από τον ιδιωτικό τομέα. Και δεν εννοούμε εδώ τα σουβλατζίδικα και τους φούρνους που ξεπλένουν βρώμικο χρήμα, ούτε τα φαραωνικά έργα οδοποιίας, ούτε στην οικοδομή. Ο νέος πλούτος θα παραχθεί από τη βιομηχανία τροφίμων, την ψηφιακή τεχνολογία και τις υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Για να γίνουν αυτά χρειάζεται ένα άλλο κράτος που θα ανοίγει τους δρόμους της ανάπτυξης, εφόσον διαθέτει και την κατάλληλη διοίκηση, η οποία δεν μπορεί να είναι πια κομματική, καθώς οι απαιτήσεις σε επίπεδο τεχνογνωσίας είναι μεγάλες…