Το καθεστώς του βίαιου εξευρωπαισμού
του Μάκη Ανδρονόπουλου
Η υπογραφή του Μνημονίου ΙΙΙ και η ψήφισή του από την ελληνική Βουλή, αρχίζει να εξειδικεύεται με τους εφαρμοστικούς νόμους (Ασφαλιστικό, Φορολογικό κ.ο.κ.) που επίσης ψηφίστηκαν. Το νέο θεσμικό πλαίσιο αλλάζει τα πάντα και θα επηρεάσει τα πάντα και όλους. Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα μπορούσαμε να πούμε πως πρόκειται για ένα "βίαιο εξευρωπαϊσμό" που έπρεπε να γίνει στην διάρκεια των μεταπολιτευτικών δεκαετιών, ώστε να είναι κοινωνικά αφομοιώσιμος και δημιουργικός. Οι ελληνικές κυβερνήσεις όχι μόνο δεν το κατάφεραν, μάλλον δεν το επιδίωξαν, ή τέλος πάντων απέτυχαν και τώρα, έχοντας χρεοκοπήσει τη χώρα, οι πολίτες θα υποστούν την προσαρμογή μέσα σε λίγους μήνες. Τη νέα κατάσταση επιχειρώ να αναλύσω σε τρία μεγάλα κομμάτια που δημοσιεύθηκαν ήδη στο protagon.gr και παρατίθενται εδώ μαζί.
Η στρατηγική της απελευθέρωσης
Το τέλος της υποκρισίας και της αυταπάτης – Αγώνας ταχύτητας για την ανάπτυξη ώστε να αποφευχθεί η κοινωνική έκρηξη – Τι αλλάζει στις δομές του ελληνικού συστήματος και πού θα παιχτεί το παιγνίδι της ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας
Ο κύβος ερρίφθη! Τίποτε δεν είναι όπως χθες… Δεν υπάρχει αμφιβολία πως την 23η Μαΐου 2016 ξημέρωσε μια «άλλη» μέρα για την Ελλάδα και την κοινωνία της. Είναι μια μέρα που φέρνει το τέλος της υποκρισίας των δύο μεγάλων κομμάτων, καθώς ο κυνισμός τους απέναντι στην κοινωνία δεν μπορεί πλέον να κρυφτεί. Ο αριβισμός και ο οπορτουνισμός του ΣΥΡΙΖΑ είναι εξόφθαλμος, καθώς έχει απολέσει τόσο το «ηθικό» του πλεονέκτημα, όσο και το ιδεολογικό του στίγμα. Από την άλλη, ο τυχοδιωκτισμός της Νέας Δημοκρατίας που συνίσταται σ την στρατηγική του «ώριμου φρούτου», καλλιεργεί συστηματικά την καταστροφολογία και βασίζεται στο οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο που προσδοκά να έλθει τον Απρίλιο του 2017…
Σε ότι αφορά την ελληνική κοινωνία, αυτή πλέον συνειδητοποιεί πως όλες οι δομές παραγωγής πλούτου του δημόσιου τομέα περνάνε στο νέο Ταμείο που «ελέγχουν» οι δανειστές, όπως και όλες οι δομές παραγωγής πλούτου του ιδιωτικού τομέα έχουν περάσει ήδη στις τράπεζες που επίσης ελέγχουν ξένοι. Το «πείραμα» μοιάζει να τελειώνει -να δούμε τι θα γίνει και με το χρέος- και το ζήτημα είναι τα αποτελέσματα που θα προκύψουν.
Αν λοιπόν η κοινωνία αφεθεί στην καταστροφολογία, οι επιλογές που της απομένουν είναι μια θανατηφόρα κατάθλιψη, η υποταγή στη μοίρα δουλοπάροικου, η απόλυτη απάθεια, ή ίσως, μια τυφλή πανελλαδική εξέγερση μακράς διάρκειας με απρόβλεπτες συνέπειες και αστάθμητου αποτελέσματος. Συνεπώς, το μέγα ερώτημα είναι αν η κοινωνία μπορεί να τα υπερβεί όλα αυτά, να τα εκλογικεύσει και να διεκδικήσει συστηματικά με στρατηγική τη χώρα και την προοπτική της.
Πριν ψηλαφήσουμε τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας στρατηγικής είναι σκόπιμο να είναι σαφές πως κάθε μνημόνιο έχει δύο πλευρές. Αυτά που κάναμε ως χώρα και αυτά που δεν κάναμε. Ουσιαστικά τώρα με τα μέτρα του 3ου Μνημονίου καλύφθηκαν τα προαπαιτούμενα της 5ης αξιολόγησης που απέφυγε ο Σαμαράς, συν την διασφάλιση των δανειστών έναντι της αναξιοπιστίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος, συν το κόστος της ογκώδους άγνοιας του ΣΥΡΙΖΑ. Ανεξάρτητα από την πρωτοφανή πυκνότητα και ένταση των μέτρων που εγκυμονεί τεράστιους κοινωνικούς κινδύνους, η εφαρμογή τους θα έχει τέσσερεις κρίσιμες δομικές επιπτώσεις:
1. Επιφέρουν την ριζική αλλαγή στο μοντέλο παραγωγής, με την ουσιαστική απαγόρευση της αυτοαπασχόλησης και των μικρών επιχειρήσεων που κυριαρχούσαν στο καταρρέον σύστημα και οδηγούν στην ταχεία μετάβαση σε ένα μοντέλο μεγάλης συγκέντρωσης κεφαλαίου, όπου ο κόσμος θα δουλεύει σε μεγάλους ομίλους και οργανισμούς με μνημονιακούς μισθούς.
2. Περιορίζεται δραστικά το πελατειακό κράτος σε όλες του τις εκφάνσεις και οι προσλήψεις στο κράτος και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, αλλά και στις ιδιωτικοποιημένες ΔΕΚΟ θα έχουν αξιοκρατικό χαρακτήρα.
3. Το κλίμα στους πιστωτές και στις αγορές αλλάζει και αυτό καταγράφεται ήδη στα spread των ελληνικών ομολόγων που έχουν υποχωρήσει στο 7,5% από το 18% που ήταν πέρσι το καλοκαίρι. Μετά τη ρύθμιση του χρέους, η βελτίωση αναμένεται να είναι ραγδαία.
4. Η γενικότερη οικονομική κατάσταση, αλλά κυρίως τα μέτρα του Ασφαλιστικού και του Φορολογικού, οδηγούν στην κατάρρευση του «οικογενειακού μοντέλου» αλληλεγγύης, τόσο λόγω της συρρίκνωσης του εισοδήματος, όσο και της φορολόγησης των ενδοοικογενειακών συναλλαγών. Επίσης, καταρρέει το μοντέλο «δουλειά στο δημόσιο-μαύρη εργασία το απόγευμα-ελιές και πορτοκάλια από το χωριό-προικώον διαμέρισμα) που αποτέλεσε τον πυλώνα του μεταπολεμικού μοντέλου ευημερίας.
Τι μπορεί να γίνει ?
Αν λοιπόν βασική επιδίωξη της κοινωνίας είναι να ανακτήσει την αυτοπεποίθηση, την προοπτική της και εν τέλει την ίδια τη χώρα, τα βήματα που πρέπει να γίνουν είναι απλά και καθαρά. Στην ουσία, τώρα ξεκινάει ένας αγώνας ταχύτητας: να αρχίσει η ανάπτυξη πριν ξεσπάσει η μια μείζονα κοινωνική κρίση.
Πρώτον, πρέπει να αποδείξουμε ως χώρα ότι διαθέτουμε Κράτος, στους πιστωτές, στους επενδυτές και κυρίως στις αγορές. Οι πάσης φύσεως καταλήψεις κρατικών γραφείων και κτιρίων, γραφείων κομμάτων, πανεπιστημιακών σχολών, ξενοδοχείων, ιδιωτικών γηπέδων κλπ. πρέπει να σταματήσει δεικτικά. Η εκκένωση της Ειδομένης και σύντομα του Ελληνικού δείχνει πως η κυβέρνηση αρχίζει να καταλαβαίνει πως πρέπει να κυβερνήσει και να εγκαταλείψει τις αντιεξουσιαστικές της υποκρισίες. Η διαχείριση του Προσφυγικού στο εσωτερικό της χώρας θα αποτελέσει βασικό κριτήριο για τη δυνατότητά της να κυβερνήσει. Και φυσικά, δεν εννοούμε, να στοιβάξει τους μετανάστες στα γκέτο όπου «κυβερνούν» οι διάφορες μαφίες, οι βιαστές και οι τρομοκράτες, αλλά να μπει μέσα και να επιβάλει την τάξη και να μαζέψει τα εγκληματικά στοιχεία άμεσα.
Δεύτερον, να δει τι θα κάνει με τα κόκκινα, τα πράσινα και τα γκρίζα δάνεια των ιδιωτών, ώστε να αποφευχθεί μια μείζονα κοινωνική κρίση. Σε ότι αφορά τα κόκκινα δάνεια των επιχειρήσεων, η διαδικασία που έχει ψηφιστεί είναι η σωστή και θα οδηγήσει στην εξυγίανση της αγοράς. Οι ιδιοκτήτες θα κληθούν να φέρουν τα αφορολόγητα απ΄ έξω και να στηρίξουν τις επιχειρήσεις τους, αλλιώς θα τις χάσουν και ότι αξίζει θα ξαναμπεί στην παραγωγή με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα ξαναμπεί, με άλλους ιδιοκτήτες.
Τρίτον, η κυβέρνηση πρέπει να φροντίσει επιμελώς να μην ενεργοποιηθεί ο «κόφτης», κυρίως από αυτούς που έχουν μείνει μέχρι τώρα αλώβητοι από τα μέτρα.
Τέταρτον, σε ότι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις υπάρχουν τρόποι να λειτουργήσουν υπέρ της κοινωνίας και της χώρας. Αυτό εξαρτάται από τους όρους και τις ρήτρες πώλησης, τους στρατηγικούς στόχους που κάθε ιδιωτικοποίηση εξυπηρετεί, αλλά και από την αποτελεσματικότητα των Ρυθμιστικών Αρχών, από την συστηματική παρακολούθηση των συμβάσεων κ.ο.κ. Οι ΔΕΚΟ ήταν το επίκεντρο της διαφθοράς και της διαπλοκής κι αυτό θα σταματήσει. Άλλωστε, για τους υπερευαίσθητους, ο μάλλον σοβαρός κύριος Τσακαλώτος εξήγησε πως τον τελευταίο λόγο στο Υπερταμείο θα έχει ο υπουργός και διαβεβαίωσε ότι υπάρχει η δυνατότητα να πουλάμε όταν αξίζει τον κόπο το τίμημα.
Πέμπτον, πρέπει να ξεκινήσει άμεσα η ανάπτυξη και να μπουν στην πραγματική οικονομία τα 9-12 δισ. ευρώ στο β΄εξάμηνο, όπως υποσχέθηκε ο κ. Δραγασάκης. Υποτίθεται ότι από την δόση των 10,7 δισ. ευρώ που θα πάρουμε, τα 5,7 θα πάνε για εξόφληση μνημονιακών δανείων και τα υπόλοιπα θα πάνε σε εξοφλήσεις υποχρεώσεων του κράτους προς τους ιδιώτες με ρυθμό 750 εκατ. ευρώ το μήνα.
Συνεπώς, η δικαιολογημένη οργή και κατάθλιψη είναι σκόπιμο και χρήσιμο να υποκατασταθούν από την ψυχραιμία και την ευφυΐα του απαιτητικού Ευρωπαίου πολίτη που αναζητά νέους τρόπους για τη δημιουργία πλούτου και μάλιστα από νέες πηγές που δεν ελέγχουν οι πιστωτές μας…
Αλλαγή καθεστώτος και
το τέλος του «κοτζαμπασισμού»
Η ψήφιση του Μνημονίου ΙΙΙ από την ελληνική Βουλή πέρσι το καλοκαίρι αποτέλεσε μια μεγάλη αλλαγή πορείας για τη χώρα, αλλαγή η οποία άρχισε να συνειδητοποιείται με τα capital control και τώρα, με το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό Νομοσχέδιο, χωρίς όμως να γίνεται ακόμη αντιληπτό το εύρος και κυρίως το βάθος της, πόσο μάλλον η κατεύθυνσή της. Πρόκειται για ένα βίαιο εξευρωπαϊσμό μετά από διακόσια χρόνια παλινωδιών, ο οποίος δεν έγινε κατορθωτό να πραγματωθεί στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους παρά τις όποιες θαυμαστές απόπειρες έγιναν.
Στην ουσία πρόκειται για αλλαγή καθεστώτος (regime change), καθώς το Μνημόνιο ΙΙΙ επιφέρει ταχύτατα και αυταρχικά το ξήλωμα του πελατειακού κράτους με κύρια συνέπεια το τέλος του «κοτζαμπασιμού» υπέρ ενός κράτους δικαίου και ίσων ευκαιριών. Αυτή είναι η γραμμική ερμηνεία των κειμένων που υπογράψαμε ως χώρα, χωρίς αυτό απαραίτητα να σημαίνει πως και πάλι δεν μπορεί να υπάρξει εκτροπή προς το «παλιό καθεστώς» ή το «νέο καθεστώς» να μολυνθεί σε τέτοιο βαθμό από το απερχόμενο, έτσι ώστε να μεταλλαχθεί σε μια ακόμη πιο ακραία εκδοχή του παλιού. Όμως, οι εξουθενωτικές λεπτομέρειες των συμφωνιών και των προγραμμάτων που αποδεχθήκαμε και οι ασφαλιστικές δικλείδες που αυτά εμπεριέχουν, δείχνουν πως μόνο μία έξοδος υπάρχει κι αυτή είναι εμπρός.
Το ιστορικό παράδοξο είναι πως αυτή η εθνική δέσμευση στον βίαιο εξευρωπαϊσμό δεν επιδιώχθηκε από ένα αστικό κόμμα με την καθοδήγηση μιας αστικής ελίτ, αλλά επιτυγχάνεται, έστω εξ ατυχήματος, από την τρέχουσα Αριστερά, τις διαχειριστικές δυνατότητες της οποίας άπαντες έχουν αντιληφθεί. Ο διανοούμενος ακτιβίστας Στέλιος Ελληνιάδης σε ένα προφητικό κείμενό του πριν δύο χρόνια υπό τον τίτλο «Συμβολή στο αύριο: Μανιφέστο ανάτασης» προέβλεψε πως η Αριστερά θα χρειαστεί «να καλύψει το κενό της αστικής τάξης, το κενό της σοσιαλδημοκρατίας, το κενό του κέντρου»…
Πριν ψηλαφήσουμε λοιπόν τις κρίσιμες αλλαγές που επιφέρει το μοιραίο Μνημόνιο ΙΙΙ στις εστίες της διαπλοκής, της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της καταλήστευσης του δημοσίου πλούτου είναι σκόπιμο να σημειώσουμε δύο ιστορικές παραμέτρους της ελληνικής κακοδαιμονίας για να κατανοήσουμε τι φεύγει και τι έρχεται.
Η πρώτη αφορά στον «κοτζαμπασισμό», δηλαδή στην επικυριαρχία μιας κοινωνικής κάτσας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που εκφράστηκε στον εμφύλιο σπαραγμό του 1823, στην δολοφονία του Καποδίστρια κ.ο.κ. Σε μια έκθεσή του (1947) για την αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα ο Επικεφαλής της αρμόδιας επιτροπής Πωλ Πόρτερ διαπιστώνει ότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολιτική πρακτική από το να εκλιπαρεί για ξένη βοήθεια ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία απαριθμώντας θορυβωδώς τις θυσίες της Ελλάδος», καθώς και ότι «στόχος της είναι να χρησιμοποιήσει την ξένη βοήθεια ως μέσο για τη διαιώνιση των προνομίων μίας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα». Η κάστα αυτή με το Μνημόνιο ΙΙΙ θα υποχρεωθεί να λειτουργήσει πλέον με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, αλλιώς θα εκπέσει. Ήδη υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις προσαρμογής τέτοιου τύπου συμφερόντων.
Οι κοτζαμπάσηδες ήταν η βασική αιτία της «καχεξίας του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία», όπως την κατέγραψε και την εξήγησε ο μεγάλος στοχαστής Παναγιώτης Κονδύλης. Όμως, φαίνεται πως τώρα έρχεται η σειρά της να κυριαρχήσει στην ιστορική πορεία της χώρας. Ο Αμερικανός μαρξιστής φιλόσοφος J. Burnham στο περίφημο βιβλίο τουThe Managerial Revolution διατυπώνει τη θεωρία πως στις επαναστατικές αλλαγές καθεστώτων, ανεξάρτητα από την εμπλοκή του λαϊκού στοιχείου στην διαδικασία της ανατροπής, την τάξη που εκπίπτει την διαδέχεται η αμέσως επόμενη. Έτσι, η επικείμενη έκπτωση της φεουδαρχίζουσας τάξης των κοτζαμπάσηδων θα διαδεχθεί -κατά Burnham- η αμέσως επόμενη, δηλαδή, η αστική.
Ποιες λοιπόν είναι οι ανατροπές που επέρχονται στις εστίες της κακοδαιμονίας:
1. Στις τράπεζες, καθιερώνονται και εφαρμόζονται οι κανόνες της Τραπεζικής. Όσοι επιχειρηματίες μπορέσουν να στηρίξουν τις επιχειρήσεις τους και να ρυθμίσουν τα χρέη τους , θα επιβιώσουν. Αλλιώς θα χάσουν τις επιχειρήσεις τους. Επίκειται και αλλαγή διοικητικών συμβουλίων στις τράπεζες με όρους που ευνοούν ξένους μάνατζερ…
2. Στις κατασκευές, που αποτέλεσαν επί δεκαετίες «σούπερ νόβα» φόρων και υπερτιμολογήσεων, πρόσφατα η Επιτροπή Ανταγωνισμού αποκάλυψε καρτέλ εργολάβων που επί 27 χρόνια «άρμεγε» το Δημόσιο. Εκτός από τα βαριά πρόστιμα που θα πέσουν, απαιτείται και γραπτή Ομολογία για τις παρανομίες που διεπράχθησαν. Στην ουσία πρόκειται για ένα συμβιβασμό μεταξύ Πολιτείας και εργολάβων, καθώς έτσι αφ΄ ενός αποφεύγονται χρονοβόρες δικαστικές διαμάχες και αφ΄ ετέρου αποφεύγεται η δυσλειτουργία, αν όχι καταστροφή, αυτών των εταιρειών, αλλά και οι δυσμενείς συνέπειες που κάτι τέτοιο συνεπάγεται στα δημόσια έργα. Στην ουσία επιτυγχάνεται η συμμόρφωση ενός κρίσιμου παραγωγικού κλάδου και περιορίζεται δραστικά το καθεστώτος των ανεξέλεγκτων υπερτιμολογήσεων.
3. Στις κρατικές προμήθειες αλλάζει το σύστημα υπό την επίβλεψη των δανειστών για να τερματισθεί το καθεστώς των στημένων διαγωνισμών, των εκβιασμών, των ενστάσεων κ.ο.κ.
4. Στις ΔΕΚΟ που αποτέλεσαν κεντρικό μοχλό διαπλοκής και αρπαγής του δημοσίου χρήματος , με τις διοικήσεις νέου τύπου ή τις ιδιωτικοποιήσεις, ολικές ή μερικές, θα περιοριστεί δραστικά η εμπλοκή της διαπλοκής και των συμφερόντων.
5. Στο Φορολογικό, αλλά και σε δεκάδες νέους νόμους που έρχονται τα επόμενα χρόνια ως εφαρμοστικοί νόμοι του Μνημονίου ΙΙΙ, με διατάξεις και τις διαδικασίες ελέγχου που υιοθετούν «κλείνουν όλα τα παράθυρα» φοροδιαφυγής και ατασθαλιών με τρόπο ερμητικό. Ο κατάλογος θα είναι ατέλειωτος…
Το μέγα ερώτημα που προκύπτει είναι, αφού δεν μπορέσαμε να τα κάνουμε όλα αυτά μόνοι μας σε διάρκεια δεκαετιών, ώστε οι αλλαγές να μην είναι επώδυνες για τα συνήθη υποζύγια, θα μπορέσουμε να τα εφαρμόσουμε τώρα, μόνοι μας; Και μπορεί άραγε να τα κάνει όλα αυτά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και το υπαρκτό πολιτικό σύστημα;
Στην Ιστορία όλα είναι ανοιχτά, όπως άλλωστε και στη ζωή των ανθρώπων. Εγγυήσεις δεν υπάρχουν, ενδεχομένως ούτε και κανόνες, πέραν εκείνου της ισχύος. Αυτό σημαίνει πως τα καλύτερα μπορούν να συμβούν, όπως και τα χειρότερα. Μπορεί να μην συμβεί και τίποτε και η χώρα να συνεχίσει να σέρνεται. Το Μνημόνιο ΙΙΙ, η σκληρότητα και η ανατρεπτικότητα του οποίου αρχίζει μόλις να γίνεται αντιληπτή, θα μας οδηγήσει εκεί που εμείς θα θελήσουμε να μας πάει.
Μια αισιόδοξη τοποθέτηση απέναντί του δεν είναι κατ΄ ανάγκη ούτε χαζοχαρούμενη, ούτε ταξικά μεροληπτική, ούτε φθηνός λαϊκισμός. Η αισιοδοξία στην Ελλάδα της κατάθλιψης και του brain drain μπορεί να αποτελεί στράτευση στην φωτεινή πλευρά της ζωής, ένας αγωνιστικός πραγματισμός.
Κόμματα αμήχανα, μεταλλαγμένα, χωρίς στρατηγική
Σε ποια ερωτήματα και πώς οφείλουν να απαντήσουν τα κόμματα για να ξανακερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών - Ο «συστημικός πρωθυπουργός» και η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας - Το «σύνδρομο της δεξιάς παρένθεσης» και η άλωση του κέντρου - Ο θαυμαστός κόσμος του Κέντρου και η οικολογία του - Το ΚΚΕ, ως πολιτικό ίδρυμα παρηγορίας - Οι νέοι κανόνες του παιγνιδιού
Η συμφωνία του Eurogroup της 24ης Μαΐου επισφράγισε την «αλλαγή καθεστώτος» στη χώρα, γεγονός που παρά την υποκριτική στάση όλων των κομμάτων -τα οποία επιλέγουν να σφυρίζουν αδιάφορα-, τους προκαλεί σύγχυση και αστάθεια, αλλά και παραλυτική αμηχανία μπροστά στην βίαιη και ανεξέλεγκτη ιδεολογική τους μετάλλαξη. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι ο εγκλωβισμός τους στην υποκρισία και το λαϊκισμό, παραμένοντας προσκολλημένα στις συνθήκες του «παλιού καθεστώτος».
Ο σωτηριολογικός τους λόγος, με δεδομένη και την εξουθενωτική αντιμετώπιση της χώρας από τους πιστωτές, μοιάζει κενός περιεχομένου. Πρόσωπα και μηχανισμοί έχουν στερηθεί οιουδήποτε κύρους και επιχειρησιακής δυνατότητας. Η κοινωνία προσπαθεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της με καύσιμο την αγανάκτηση και την δυσπιστία. Έτσι, όμως οι χώρες δεν προχωρούν, απλώς καταστρέφονται. Το υπαρκτό πολιτικό σύστημα συνειδητοποιεί κι αυτό έκπληκτο το αδιέξοδο και φαντασιώνεται…
Ο «συστημικός πρωθυπουργός» και η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας
Όπως είναι και λογικό, η τρέχουσα κατάσταση έχει προκαλέσει κρίσεις συνειδήσεως στον κυβερνώντα ΣΥΡΙΖΑ, όπου οι σχιζοειδείς εκφάνσεις -παρά την αποκόλληση βασικών αιτίων της πρώτης περιόδου (Βαρουφάκης, Κωνσταντοπούλου, Λαφαζάνης)- γίνονται όλο και πιο συχνές, όπως φάνηκε με την παραίτηση Κατριβάνου, την παράσταση Βαγενά, την αλληλογραφία κόμματος-Σακοράφα, τους κλαυθμούς και τους οδυρμούς υπουργών που υπογράφουν πολιτικές που δεν πιστεύουν, τον ακραίο πολιτικαντισμό με τα πτυχία-μαϊμού, αλλά και με τις παλινωδίες στο ΕΚΑΣ κ.ο.κ. Υπάρχει προς διαχείριση και η ισχυρή νεύρωση των ΑΝΕΛ με τις αλλεπάλληλες θεατρικές παραιτήσεις του αρχηγού τους (Μουζάλας, μισθοί ένστολων, ΦΠΑ στα νησιά κλπ) που επίσης επιδεινώνει τις ψυχαναγκαστικές καταστάσεις και την επιθετικότητα των εμπλεκόμενων.
Η χρήση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα ως «συστημικού πρωθυπουργού» από έγκριτο αρθρογράφο μεγάλης συντηρητικής εφημερίδας, αλλά και η θετική υποδοχή των αποφάσεων του Eurogroup από ισχυρό κανάλι, ενεργοποιούν ένα κύμα σχιζοειδών κρίσεων στα στελέχη και στους παλιούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ (του 4%). Διεισδυτικός παρατηρητής εξηγούσε σε πολιτικό πηγαδάκι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πασοκοποιείται όπως ισχυρίζονται πολλοί, αλλά εξελίσσεται σε συστημικό κόμμα. Η συνειδητοποίηση αυτής της μετάβασης, χωρίς αμφιβολία είναι ψυχαναλυτικά επώδυνη και αγνώστου έκβασεως, αν και έμπειροι παρατηρητές εκτιμούν πως η «τακτοποίηση» των στελεχών με την βοήθεια της «ανάπτυξης» θα οδηγήσει στην υπέρβαση αυτών των σχιζοειδών καταστάσεων με ταχύτητα που θα εκπλήξει και τους πιο δύστροπους πολιτικούς αναλυτές και κοινωνικούς ψυχολόγους.
Εκεί ελλοχεύει βέβαια ένα κρίσιμο πολιτικό ζήτημα. Δεδομένου ότι η κομματικοποίηση εμποδίζεται σε σημαντικό βαθμό από τους μνημονιακούς νόμους και τους ξένους τεχνοκράτες που θα κατακλύσουν τις Διοικήσεις (ήδη δύο αλλοδαποί τραπεζίτες κοσμούν το ΔΣ της Εθνικής Τράπεζας, ενώ για το Υπερταμείο ακούγεται ο Μπομπ Τραα και ο Κιμ), ενδέχεται να διαμορφωθεί κάτι χειρότερο: μια «καθεστωτική αντίληψη» ρεβανσιστικού χαρακτήρα , σε μια προσπάθεια διάσωσης της αριστερής λεοντής, όπως δείχνουν τα κρούσματα Κυρίτση, Φίλη και πολλών άλλων. Ο ρεβανσισμός αυτός δεν εδράζεται στην ταξική αντιπαλότητα, αλλά σε ένα οργισμένο μεταφυσικό μίσος προς το πεπρωμένο που μετατρέπει τον αριστερό άνθρωπο σε νεοφιλελεύθερο εξουσιαστή. Η συνειδητοποίηση αυτής της μετάλλαξης, ως εσωτερική διεργασία ενέχει τεράστιους κινδύνους, καθώς απελευθερώνει μίσος. (ΣΣ: σε μια άλλη μορφή το ίδιο φαινόμενα συνέβη κατά την διαδοχή του ΠΑΣΟΚ από τη ΝΔ το 2004).
Πέρα από τα πάθη του καθενός, στελέχους ή ψηφοφόρου του ΣΥΡΙΖΑ, η στρατηγική επιδίωξη είναι να διασωθεί «ιστορικά» για την Αριστερά το μέγα άλλοθι ότι δηλαδή «οι πολίτες ήξεραν τι ψήφιζαν (Μνημόνιο ΙΙΙ) τον Σεπτέμβριο του 2015 και επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ για να το τρέξει». Χωρίς αμφιβολία η «μετάθεση της ενοχής» από την ηγεσία και το κόμμα στους πολίτες είναι μεν ψυχαναλυτικά ανακουφιστική, όμως είναι αμφίβολο εάν το κόμμα συνειδητοποιεί πως οι πολίτες εκλαμβάνουν το «άλλοθι» τουλάχιστον ως ειρωνεία, αν όχι ως κοροϊδία.
Επί της ουσίας, ο μεν πρωθυπουργός μπορεί να τρέφει μύχιες ελπίδες πως η Ιστορία θα τον στέψει «εθνικό μεταρρυθμιστή» (κατά Γκι Φέρχοφσταντ), το δε κόμμα έχει μπροστά του ένα συνέδριο ιδεολογικού προσανατολισμού για να αντιμετωπίσει την ιστορική πρόκληση της ανανέωσης της …ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας!
Το «σύνδρομο της δεξιάς παρένθεσης» και η άλωση του κέντρου
Οι δύο αλλεπάλληλες ήττες της Νέας Δημοκρατίας από τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως η δεύτερη του Σεπτεμβρίου του 2015, δηλαδή μετά την συνθηκολόγηση του Αλέξη Τσίπρα με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα και την ψήφιση του Μνημονίου ΙΙΙ, έχουν ενεργοποιήσει στην καρδιά της παράταξης το εφιαλτικό «σύνδρομο της δεξιάς παρένθεσης». Πρόκειται για μια προσφάτως ανακαλυφθείσα πολιτική παθογένεια, η οποία συνίσταται στην αίσθηση πως οι δεξιές μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να ολοκληρώσουν προγραμματικά, χρονικά, ιδεολογικά το έργο τους και ότι εν τέλει λειτουργούν ως «παρένθεση» στο σύστημα.
Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι αυτό δεν ισχύει για την θητεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του μόνου μεταπολιτευτικού ηγέτη με ολοκληρωμένο εθνικό πρόγραμμα (εξαίρεση ίσως ο Κώστας Σημίτης με την ΟΝΕ), αλλά κι αυτό όμως δεν ολοκληρώθηκε με τους αστικούς ιδεολογικούς όρους, αλλά από το ΠΑΣΟΚ των μικρομεσαίων. Ακολούθησε η βραχύβια διακυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, της οποίας το έργο ανατράπηκε εκ των έσω, για να επέλθει πολύ αργότερα η πενταετία του Κώστα Καραμανλή. Όμως, κι αυτή, για εύλογους ψυχαναλυτικούς λόγους, έχει απωθηθεί στη συνείδηση του δεξιού ψηφοφόρου ως «παρένθεση», δεδομένου ότι κατά την διάρκειά της προσάραξε ο «Τιτανικός» στο παγόβουνο της χρεοκοπίας. Το «σύνδρομο της δεξιάς παρένθεσης» εδραιώθηκε στο δεξιό θυμικό με την διετή θητεία του Αντώνη Σαμαρά. Ένα το κρατούμενο.
Μέσα στο αφόρητο υπαρξιακό άγχος (angst) της συγκυρίας, η παράταξη εξέλεξε αρχηγό τον Κυριάκο Μητσοτάκη ένα μοντέρνο πολιτικό που διαθέτει όλα τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, ήτοι το κύρος της μόρφωσης (γλώσσες, χρηματοοικονομικά κλπ) και το πρεστίζ μιας μεγαλοαστικής και εύπορης πολιτικής οικογένειας. Εννοείται ότι οι καφετιέρες ή οι ξεχωριστές φορολογικές δηλώσεις και ότι διαδίδει η φαιά προπαγάνδα των κρυπτοσταλινικών δεν τον αγγίζει. Εκείνο όμως που τον μεταλλάσσει από ένα ευγενή ευρω-εκσυγχρονιστή σε ένα νεολαϊκιστή πολιτικάντη, δεν είναι η έλλειψη ψυχραιμίας, αλλά κάτι βαθύτερο, προσωπικό. Αυτός που υπερέβη, μόνος του, τα κουσούρια της φαμίλιας, αυτός που από Μητσοτάκης έγινε Κυριάκος, αυτός που νίκησε τον «άνθρωπό μας (ολονών…ε) , τον Μεϊμαράκη» (ακόμη και κόντρα στη Ντόρα), αυτός που έφτιαξε πρόγραμμα οικονομικής εξυγίανσης της χρεοκοπημένης ΝΔ, αυτός που επιβάλει αξιολόγηση των στελεχών, αυτός που κάνει το κόμμα ευρωπαϊκό, αυτός που θα μπορούσε να μεταρρυθμίσει και να ιδιωτικοποιήσει την Ελλάδα έχει απέναντί του τον Τσίπρα που σφετερίζεται όλα όσα αυτός είχε φανταστεί, μελετήσει και σχεδιάσει από μικρό παιδί. Αυτό αναιρεί την ψυχραιμία, την στρατηγική και τον στέλνει στην κα Μέρκελ για να παρουσιάσει το εναλλακτικό του σχέδιο. Δύο τα κρατούμενα.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά έχει να διαχειριστεί τον «ιδιοκτήτη» της Ραφήνας, τη νεύρωση του σαμαρικού στρατοπέδου, τον ΕΝΦΙΑ των διαμερισμάτων που κατέχει ο πολιτικός κόσμος και κυρίως, το πιθανολογούμενο merger(συγχώνευση) της «Εθνικής Ενότητας» των Καρατζαφέρη-Μπαλτάκου με τη «Χρυσή Αυγή» η οποία μετασχηματίζεται σε ένα κυριλέ εθνικιστικό κόμμα ευρωπαϊκού τύπου. Και φυσικά ξέρει πως η «Νέα Δεξιά» του Φαϊλου Κρανιδιώτη μπορεί να τα καπελώσει όλα ως holding company, ως κόμμα συμμετοχών, με στόχο ένα 12% plus, δεδομένου ότι ο Φαϊλος έχει το χάρισμα(knak). Τρία τα κρατούμενα.
Ο Κυριάκος αντιλαμβάνεται ότι με τους περιορισμούς που του βάζουν οι πρώην, τον εμποδίζουν συστηματικά να αλώσει το Κέντρο, γιατί γνωρίζουν ότι τα πολιτικά στελέχη «εισαγωγής» είναι καλύτερα από τα ντόπια και με το πλήρωμα του χρόνου θα τους φάνε τις θέσεις. Έτσι, επιχειρεί ένα τακτικό ελιγμό ολκής, να χρησιμοποιήσει τη «Δράση» του Σκυλακάκη ως πόλο έλξης ανεξάρτητων, πράσινων και ροζ μεταρρυθμιστών «μπας και γίνει τίποτες». Εκεί θα μπορούσε, ίσως, να χωρέσει και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, αν και ο Άδωνης θα ήθελε να είναι μαζί του, καθώς θεωρεί ότι οι δυο τους μπορούν να αλλάξουν τον ρουν της ιστορίας. Τέσσερα τα κρατούμενα.
Βέβαια, το δισυπόστατον της ελληνικής Δεξιάς υπήρχε από ανέκαθεν, δηλαδή υπήρχε η βάση του «Λαϊκού Κόμματος» και οι φιλελεύθεροι εκσυγχρονιστές που πάντοτε ασφυκτιούσαν εντός του. Ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός» του Κωνσταντίνου Καραμανλή δεν πρόλαβε να εδραιωθεί, ως κεντροδεξιά γκωλικού τύπου, με αποτέλεσμα να τον κακομεταχειριστούν οι νεοφιλελεύθεροι και να χάσει την λαϊκότητά του (με εξαίρεση τη φάση Μπαϊρακτάρη που ήταν ατομική-επικοινωνιακή υπόθεση). Ως εκ τούτου, ο Κυριάκος είτε θα κάνει ρεσάλτο (αν προλαβαίνει τον Τσίπρα) στο μετριοπαθές φιλελεύθερο και σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο για να το κατακτήσει, εγκαταλείποντας την «πούρα» δεξιά (που ούτως ή άλλως τον αντιμετωπίζει καχύποπτα), είτε θα μεταλλαχθεί σε ισορροπιστή της δεξιάς φεντεραθιόν (πολυκατοικίας).
Ο θαυμαστός κόσμος του Κέντρου και η οικολογία του
Η άτυπη πρόσκληση στην ενεργό υπηρεσία του Κώστα Σημίτη, προκειμένου να αποτελέσει την συγκολλητική ουσία για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς, χωρίς αμφιβολία καταγράφει το αδιέξοδο του Διαλόγου ΠΑΣΟΚ-Ποταμιού. Και δεν φταίει γι΄ αυτό το αδιέξοδο ούτε η Επιτροπή, ούτε τα κείμενα. Φταίνε οι συμβολισμοί, τα οφίκια, οι πρωτοκαθεδρίες, οι εισοδισμοί, οι δεύτερες σκέψεις και τα αουτσάιντερ που εμποδίζουν την συγκρότηση μιας νέας Ένωσης Κέντρου. Σε ότι αφορά την ιδέα της δημιουργίας εξ αρχής ενός νέου κόμματος κατά τα πρότυπα του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος (συνέδριο Επινέ 1971), οι παίκτες το τρέμουν, αν και ξέρουν ότι αυτό είναι το σωστό, γιατί φοβούνται τι θα βγάλει η κάλπη, δεδομένων των ισχυρών μηχανισμών του ΓΑΠ και του Βενιζέλου.
Από εκεί και πέρα υπάρχουν δύο τακτικά, αν όχι στρατηγικά λάθη. Πρώτον, δεν εκλήθη στο πάρτι της Κεντροαριστεράς ο συμπαθής κύριος Λεβέντης (186.644 ψήφοι, ήτοι 3,44% και 9 έδρες), με αποτέλεσμα να τον χαρίζουν στον Τσίπρα ή στον Κυριάκο. Δεύτερον, η ρητορική που αναπτύσσουν δημοσίως τα πολιτικά στελέχη και οι περί το Κέντρο προσωπικότητες είναι too must αντιΣΥΡΙΖΑ, ρητορική που διαβάζεται από τους προσδοκώμενους να παλιννοστήσουν ψηφοφόρους ως εξής: «Εγκαταλείψατε το ΠΑΣΟΚ γιατί σας προδώσαμε και πήγατε στον άθλιο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν σας βγήκε. Τώρα, ελάτε πίσω γονατιστοί να σας συγχωρέσουμε». Αμ δε…
Συνεπώς, καλά κάνει ο κ. Θοδωράκης και δεν ενδίδει και κάνει «δομική αντιπολίτευση», δεν βρίζει, μιλάει σαν κανονικός άνθρωπος, χωρίς το τουπέ και τον πετροξύλινο λόγο της Φώφης, ή τον δακρύβρεχτο του Λεβέντη. Περιμένει όλους στη γωνία και με δεδομένο ότι ο χρόνος έχει ξεπλύνει τη ρετσινιά του διαπλεκόμενου (άλλωστε η διαπλοκή έχει λουφάξει), καταθέτει προτάσεις και ιδέες χωρίς ιδεολογικό πρόσημο. Τι μπορεί να προσδοκά; Μάλλον αρκετά, καθώς η επανασυγκόλληση των πασοκιστών δεν φαίνεται να έχει δυναμική στην κοινωνία, ο Λεβέντης μοιάζει με βεγγαλικό (αλλά είναι;), και οι δυσαρεστημένοι του ΣΥΡΙΖΑ πού θα πάνε; Λίγη νεολαία χρειάζεται και δύο-τρία στελέχη θερτι-σαμθινγκ πρώτης γραμμής για την τηλεόραση …
Το ΚΚΕ, ως πολιτικό ίδρυμα παρηγορίας
Το ΚΚΕ υπήρξε από ανέκαθεν το πιο μεταφυσικό κόμμα της σύγχρονης ιστορίας μας, για τις ιδέες του οποίου θυσιάστηκαν δεκάδες χιλιάδες αγωνιστές. Παρά την ισχυρή πρόσδεσή του στον θρησκευτικό σταλινισμό, σήμερα βρίσκεται σε μια τριφασική μείζονα κρίση στρατηγικής, η οποία συνίσταται στα ακόλουθα: 1) Δεδομένου ότι το ΚΚΕ έπαιξε μεταπολιτευτικά το ρόλο του αμορτισέρ του συστήματος, εγκλωβίζοντας τις «επαναστατικές» εργατικές μάζες σε μεταφυσικού περιεχομένου προσδοκίες και προστατεύοντας το σύστημα με τα στήθη του μονολιθικού ΠΑΜΕ στα σκαλάκια του Κοινοβουλίου απέναντι στις αναρχοφασίζουσες μάζες των Αγανακτισμένων, σήμερα εάν συνεχίσει να το κάνει, θα λειτουργήσει υπέρ του Διαβόλου που δεν είναι άλλος από τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι που υπερβαίνει κάθε έννοια μεταφυσικής. 2) Υπάρχει επίσης ένα βαθύ ψυχαναλυτικό πρόβλημα. Το μεταπολιτευτικό ΚΚΕ στηρίχθηκε στους οικοδόμους, οι οποίοι με τα πακέτα Ντελόρ και την εισβολή του αλβανικού λούμπεν προλεταριάτου μετεξελίχθηκαν σε στυγνά αφεντικά (εργολάβοι/εργοδηγοί) που εξ αιτίας της κρίσης του καπιταλισμού εξέπεσαν σε άνεργους. Το σοκ της μετάπτωσης ήταν ισχυρό και ακόμη δεν έχουν διαγνωσθεί οι εγκεφαλικές κακώσεις που έχει υποστεί το σώμα του κόμματος… 3) Ένας άλλος πυλώνας της διαχρονικής ισχύος του ΚΚΕ στη μεταπολίτευση ήταν, λέγεται, η διαχείριση κάποιων asset (περιουσιακά στοιχεία) του εκπεσόντος ΚΚΣΕ. Η κρίση του καπιταλισμού και το αναποτελεσματικό assetmanagement οδήγησε στην εκποίηση μεγάλων επενδύσεων στην Ελλάδα (αποεπένδυση) και στην κατασπατάληση του κεφαλαίου κίνησης στον αγώνα. Έτσι, σήμερα τα άτυπα εμβάσματα του κόμματος σε χιλιάδες μέλη έχουν διακοπεί, γεγονός που κάποια στιγμή αναμένεται να καταγραφεί και στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Σύμφωνα με ορισμένους έγκυρους αναλυτές, το ΚΚΕ λειτούργησε συχνά για το ευρύτερο εκλογικό σώμα ως «κόμμα καταφύγιο», κυρίως για μια μερίδα της νεολαίας που αντιλαμβανόταν τον χυδαίο τυχοδιωκτισμό των άλλων κομματικών νεολαιών, αλλά ενίοτε και για αριστερούς που δεν άντεχαν ή δεν προσχώρησαν εγκαίρως στο μεταπολιτευτικό «πασοκισμό». Άλλοι αναλυτές θεωρούν ότι διατηρεί την αίγλη ιδρύματος στους κόλπους του οποίου εκκολάφθηκαν και ανδρώθηκαν κορυφαία στελέχη της δημοσιογραφίας και άλλων ειδικοτήτων αιχμής, αν και τώρα η παραγωγή στελεχών έχει συρρικνωθεί στο ελάχιστο. Έτσι, σήμερα, με την εμμονική προσκόλληση στον σταλινισμό ως μοναδικού δρόμου προς το σοσιαλισμό, το ΚΚΕ επικεντρώνοντας τη δυναμική του στο θρησκευτικό στοιχείο εξελίσσεται σε κόμμα «παρηγορίας» για κάθε απόχρωσης απογοητευμένου αριστερού.
Οι νέοι κανόνες του παιγνιδιού
Τα κόμματα είναι στα μάτια της κοινωνίας αναξιόπιστα και οι πολιτικοί επίσης. Πνευματική ηγεσία που να μπορεί να καθοδηγήσει και να ενθαρρύνει δεν υπάρχει. Το επικοινωνιακό παιγνίδι παίζεται από τους ίδιους παίκτες, με τα ίδια εργαλεία (πρόσωπα) με την ανακύκλωση των ίδιων φθαρμένων ιδεών..
Η πλειοψηφία των πολιτών είναι χωρίς ρευστότητα, καταχρεωμένη και υπερφορολογημένη, αλλά πλέον και αρκετά συνειδητοποιημένη. Η κατάσταση είναι καταθλιπτική, αν και τα 20-25 δισ. ευρώ των θυρίδων και των στρωμάτων φαίνεται ότι εξισορροπούν στην αγορά και στα δημόσια ταμεία ότι χάνεται από τους νεόπτωχους. Το ζήτημα είναι εάν η ανάπτυξη θα έλθει εγκαίρως, πριν ξεσπάσει κάποια τυφλή κοινωνική έκρηξη. Τα νούμερα της οικονομίας θα φτιάξουν, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι θα το αισθανθούν οι μικρομεσαίοι και οι φορολογούμενοι. Οπότε, η δυσφορία δεν θα καταλαγιάσει εύκολα.
Πάντως, η ψυχολογική ανθεκτικότητα που έχει επιδειχθεί από τον ελληνικό λαό στην δεκαετή λαίλαπα αρνητικών μηνυμάτων και συστηματικής λοιδορίας, είναι πρωτοφανής στα διεθνή χρονικά και χωρίς αμφιβολία θα αποτελέσει στο μέλλον αντικείμενο ακαδημαϊκής έρευνας.
Έτσι, η αξιοπιστία του πολιτικού λόγου για να αποκατασταθεί θα χρειαστεί χρόνος, αλλαγή περιεχομένου και τεκμηρίωσή του και φυσικά, φερέγγυα πρόσωπα που θα τον εκφέρουν. Τα κύρια ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν από το πολιτικό σύστημα είναι:
1. Τι μπορεί να γίνει, πώς ακριβώς και πότε, για να αποφευχθεί η λουμπενοποίηση των μεσαίων στρωμάτων και η εδραίωση της «βουλγαροποίησης» της χώρας.
2. Πώς και πού (και πότε) ακριβώς μπορεί να γίνει η ανάπτυξη, πώς θα συμμετάσχουν οι πολλοί σε αυτή και πώς θα μοιραστούν τα οφέλη και τα κέρδη της.
3. Με ποιο τρόπο και τι εγγυήσεις μπορεί να σχεδιαστεί η παλιννόστηση του ανθρώπινου κεφαλαίου που έχει μεταναστεύσει.
4. Με ποιο τρόπο θα αποκατασταθεί ένα στιβαρό και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος (υγεία, παιδεία, ασφάλεια και ασφάλιση). Βήματα, διάρκεια, κλπ.
5. Με ποιο τρόπο θα υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη, δηλαδή, πώς και πότε θα αποκατασταθεί η κοινωνική ισορροπία που έχει διασαλευθεί.
6. Πότε και πώς (ακριβώς και με λεπτομέρειες οικονομικές και νομικές) θα αποκατασταθεί πλήρως, με όρους απόλυτης ισοτιμίας ευρωπαϊκού κεκτημένου, η εθνική κυριαρχία.
Αυτοί που θα απαντήσουν με στιβαρό σχεδιασμό, αναλυτικό, λεπτομερή και με ενσωματωμένη μια ισχυρή τεκμηρίωση (οικονομική και νομική) σε αυτά τα βασικά ερωτήματα, θα κερδίσουν το στοίχημα του «καινούργιου» και του αύριο.