Κατά κάποιον τρόπο, όλοι έχουν δίκιο. Ταυτόχρονα, όμως, όλοι έχουν άδικο. Διότι η ήττα δεν αποτελεί μονοδιάστατο, οριστικό, στεγανό ή, έστω, αυστηρά ελεγχόμενο από τον "νικητή" φαινόμενο. Συχνά άλλωστε στην ήττα δεν υπάρχει νικητής με την τυπική σημασία του όρου, αλλά μόνον ηττημένος. Η ήττα, αυτή καθ’ εαυτή, έχει πολλά πρόσωπα που δεν δίνουν καλά και σώνει αναφορά σε κανένα αναμεταξύ τους ή έξω απ’ αυτά. Πολλές φωνές, υπομνήσεις κι αποσιωπήσεις. Πολλές, συχνά αντιφατικές μεταξύ τους, εκδηλώσεις και συνδηλώσεις κυμαινόμενης έντασης. Εξάλλου, από φιλοσοφική άποψη, αποτελεί την κοινή συνισταμένη της ανθρώπινης ύπαρξης, την ultima ratio του πεπερασμένου χαρακτήρα της ζωής και των αποτιμήσεών της.
Θα μπορούσε κανείς να πελαγοδρομεί επ’ άπειρον γύρω από τις φιλοσοφικές προεκτάσεις και αναγωγές της ήττας, ιδίως αν ο ίδιος δεν έχει υποστεί μια τέτοια δοκιμασία με τρόπο που να απωθεί στο ασυνείδητο κάθε ανάλογη διάθεση. 
Ωστόσο, ελάχιστοι μπορούν να ισχυρισθούν ότι απολαμβάνουν μια τέτοια πολυτέλεια στη χώρα μας σήμερα. Ελάχιστοι μπορούν να διεξέρχονται αβρόχοις ποσίν τις ήττες των άλλων χωρίς να υποχρεώνονται από τα πράγματα να τις συσχετίσουν με δικές τους ήττες. Ζούμε ως χώρα συνθήκες καρχηδονιακής ειρήνης, δηλαδή συνθήκες απόλυτης, έσχατης, εξευτελιστικής ήττας. Μιας ήττας από την οποία συνεχώς δοκιμάζουμε να δραπετεύσουμε, αντί να την αντιμετωπίσουμε. Μιας ήττας που συνεχώς επιχειρούμε να καλλωπίσουμε με ρητορικά σχήματα και συνθηματολογικές φυγές κι αποφυγές της δίνης που προκαλεί, αντί να τη γυμνώσουμε μέχρι μυελού οστών –μήπως και καταλάβουμε τους λόγους που μας οδήγησαν σ’ αυτή. Μιας ήττας, τέλος, που επιμένουμε να ξορκίζουμε εν πλήρει αδυναμία με υπομνήσεις περασμένων –ου μην συγκεχυμένων ή και παρανοημένων– μεγαλείων, με εν γένει αβάσιμες ερμηνείες του παρελθόντος και αυθαίρετες αρνήσεις του παρόντος. Ο ένας την κάνει πάσα στον άλλον, ο ένας την προσωποποιεί με τα χαρακτηριστικά του προσώπου του άλλου. Κανείς δεν την αποδέχεται, αλλά και κανείς δεν έχει τη δύναμη να την αντιπαλέψει. Αγόμαστε και φερόμαστε μ’ αυτή σ’ αυτή. Εντός, εκτός και επί τα αυτά με επιταχυνόμενη φορά και φόρα. Και μαζί άγεται και φέρεται κάθε έκφανση του κοινωνικού ιστού, κάθε στερνό ξέφτι κι αποκούμπι.
Ήττα δεν αποτέλεσε μόνο η περιώνυμος "διαπραγμάτευση". Ούτε μόνο οι υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν. Ούτε μόνο οι απειλές που αποδείχτηκαν κούφιες. Ούτε μόνο ο κυνισμός, ο αυταρχισμός, η ανισόρροπη συμπεριφορά του γυμνού βασιλιά μπροστά στον τοίχο ωσάν ο τοίχος να είναι καθρέφτης κι ο ίδιος να εξεικονίζεται σ’ αυτόν νικητής και τροπαιούχος –κι ας είναι ήδη έκπτωτος. Ήττα δεν ήταν μόνο ο πνιγμός στα ρηχά, εκεί που πατώναμε ενώ καμωνόμαστε ότι παλεύαμε με θεόρατα κύματα μεσοπέλαγα. Ούτε το δράμα. Ούτε οι ιερεμιάδες. Ούτε τ’ αναθέματα. 
Ήττα, πρωτίστως, υπήρξε, εξακολουθεί να είναι η διαρκής μας αυτοακύρωση. Η ακύρωση της μέχρι σήμερα διαδρομής μας. Ο σισύφειος αυτοπαρασιτισμός μας. Η γάγγραινα της αυτοκατάργησης. Η ακατανίκητη επιθυμία της γυναίκας του Λωτ μέσα μας να στρέψει πίσω την κεφαλή, στην πόλη που καίγεται με φωτιά και θειάφι, διότι εκεί έζησε, εκεί απεμπόλησε κάθε άλλη επιλογή. 
Ήττα είναι ν’ αρνείσαι τα πάντα, κι ύστερα να δίνεις τα πάντα. Ν’ αρνείσαι το χώμα και το ύδωρ, και να γίνεσαι εσύ ο ίδιος χώμα και ύδωρ. Να αποκρούεις την απόρριψη των άλλων, αλλά την ίδια στιγμή να μη μπορείς ν’ αποφύγεις την αυτοαπόρριψη. 
Ήττα είναι από οικείος αίφνης να γίνεις αλλότριος. Από αγαπητός μισητός. Από αναπόσπαστο κομμάτι σάπιο, φλεγμαίνον μέλος. 
Ήττα είναι να βγάζεις φωνή χωρίς να έχεις φωνή. Να διατείνεσαι ότι κερδίζεις ενώ έχεις χάσει. Να μη έχεις τίποτε πια να χάσεις σ’ ό,τι καμώνεσαι πως κέρδισες. Να περπατάς αδιάφορος εκεί όπου τοξεύει από την Ίδη τα βέλη του ο Φοίβος. Να μη νοιάζεσαι αν θα είσαι ο πρώην ή ο επόμενος στη σειρά που δεν έχει τελειωμό. 
Ήττα είναι να έχεις εκούσια ανταλλάξει την πατρίδα με την παρτίδα. Να στρογγυλοκάθεσαι στην έρημη, "ολόμαυρη ράχη" και να φαντάζεσαι στη μαυρίλα της παράδεισους και κρήνες κι εξοχές. Να είσαι χωρίς να είσαι. Να ζεις χωρίς να ζεις. Να μιλάς ενώ σιωπάς. 
Ήττα δεν είναι το να σου κλείσουν κατάμουτρα την πόρτα οι άλλοι. Το να υψώσουν γύρω σου τείχη. Ήττα είναι το να γίνεσαι εσύ επειδή οι άλλοι είναι οι άλλοι. Το να έχεις κατασκευάσει μόνος σου, με τα χέρια σου, την πόρτα που σου κλείνουν κατάμουτρα κι άλλοτε να παλληκαρίζεις εμπρός στο κατασκεύασμά σου, άλλοτε να βαρυγκομάς εμπρός στο πάθημά σου και στο τέλος να γυρεύεις παρηγοριά στην ετερότητα με την οποία μόνος σου φαρμάκωσες τον εαυτό σου. 
Ναι, κυρίες και κύριοι, αν η αρχή κάθε αυθαιρεσίας εντοπίζεται στην όσο το δυνατόν πιο αληθοφανή σύνδεση των γεγονότων με τα επιχειρήματα, ήττα είναι η έσχατη αυθαιρεσία: η υποκατάσταση των γεγονότων με τα επιχειρήματα. Τα γεγονότα στη μια γωνιά και τα επιχειρήματα χωρίς τα γεγονότα στην άλλη. Το αποκλειστικό δικαίωμα στην παραγωγή και διάθεση άλλοθι. Η άρνηση στη θέση της κατάφασης. Η εθνική νιρβάνα. Το περιπαθές και τερατώδες "Ε, και;" σ’ ένα πρόσωπο που διαρκώς χαμογελά.