Η κοκκινοσκουφίτσα και οι νάνοι
Του Κώστα Βαξεβάνη
Σε ένα πολύ γνωστό ανέκδοτο της δεκαετίας του 80, ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ, επισκέπτεται την Αμερική για σκληρές διαπραγματεύσεις με τον Ρόναλντ Ρήγκαν. Μετά το τέλος των επίσημων συναντήσεων, οι δύο ηγέτες αποφασίζουν να χαλαρώσουν και ο Ρήγκαν ξεναγεί τον Μπρέζνιεφ σε ένα μοντέρνο οίκο ανοχής. Ο Σοβιετικός ηγέτης μένει κατενθουσιασμένος και υπόσχεται στον αμερικανό ομόλογό του πως όταν επιστρέψει στη Μόσχα θα κάνει ένα αντίστοιχο οίκο ανοχής αλλά πολύ καλύτερο. Επιστρέφοντας στη Μόσχα δίνει εντολή στα έμπιστα κομματικά στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής να φτιάξουν ένα υπερπολυτελή οίκο ανοχής για να δείξουν την ανωτερότητα της Σοβιετικής Ένωσης απέναντι στην Αμερική και στο θέμα αυτό. Μετά από δύο μήνες ο οίκος ανοχής είναι έτοιμος αλλά δεν πάει και πολύ καλά σε επισκέψεις. Παίρνει λοιπόν το Ρήγκαν τηλέφωνο για να ζητήσει τη συμβουλή του. Ο Ρήγκαν τον ρωτάει αν έφτιαξε το μαγαζί αρκετά πολυτελές ή τσιγκουνεύτηκε. Ο Μπρέζνιεφ αφού συμβουλεύεται το πολιτικό γραφείο, του απαντά πως πραγματικά πρόκειται για ένα υπερπολυτελές πρότζεκτ. Ο Ρήγκαν ρωτάει μήπως υπάρχουν θέματα καθαριότητας και ο Μπρέζνιεφ πάλι αφού συμβουλεύεται το πολιτικό γραφείο απαντά πως έχει γίνει πολύ προσεκτική δουλειά. Στο τέλος ο Ρήγκαν ρωτάει με απόγνωση «έχεις καλές πόρνες ή δευτεράντζες;». Ο Λεονίντ επαναλαμβάνει το ερώτημα στο Πολιτμπιρώ για να πάρει την απάντηση «φυσικά σύντροφε Γενικέ Γραμματέα. Τις καλύτερες, είναι εβδομήντα χρόνια μέλη του κόμματος όλες τους».
Το ανέκδοτο αυτό μου έρχεται στο μυαλό, κάθε φορά που η Αριστερά προσπαθεί να απαντήσει στα κοινωνικά προβλήματα και τις ανάγκες, προτάσσοντας την κομματικότητά της. Αυτό το βολικό μέτρο της κομματικής αρτιότητας, που με αυτοματισμό απαντά σε οποιοδήποτε απαιτητικό ερώτημα.
Στην προέκτασή της αυτή η λογική, δεν επιβραβεύει απλώς τον κομματικό πατριωτισμό, φτάνει στο σημείο να κατηγορεί την κοινωνία που δεν τον έχει, που δεν καταλαβαίνει, που δεν ενστερνίζεται το κομματικό πάθος ακόμη και όταν γίνεται ιστορικό λάθος. Η πεφωτισμένη κομματική πρωτοπορία αντιλαμβάνεται τον εαυτό της προωθημένο ακόμη και αν είναι τραγικός ουραγός μέσα στο κοινωνικό σύνολο.
Η σύγκρουση που φέρνει η αποδοχή του τρίτου μνημονίου στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, εύκολα αποδίδεται σε περισσότερο και λιγότερο αριστερούς, σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς της Αριστεράς, σε κωλοτούμπες και ανυποχώρητους. Ακόμη και αν υπάρχουν αυτά τα στοιχεία είναι δευτερεύοντα.
Το βασικό θέμα είναι η αναντιστοιχία του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία που καλείται να ανατρέψει μέσα από τη διοίκηση πλέον του κράτους και όχι από συνθήματα.
Το πρόβλημα είναι η αναντιστοιχία μεταξύ του κομματικού ΣΥΡΙΖΑ , δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ των κομματικών θέσεων και του 4% με τον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ, το κομμάτι δηλαδή της κοινωνίας που θέλει να εκφραστεί μέσα από το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα (όχι τον ΣΥΡΙΖΑ γενικώς) πιστώνοντάς του τη διαφορετικότητα και την εντιμότητα.
Αυτή η διαπάλη, η προσπάθεια έκφρασης μοιραία θα φέρει τους δύο ΣΥΡΙΖΑ σε αντιπαράθεση. Γνωρίζω πολύ καλά πως πολλοί θα τρέξουν να απαντήσουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ενιαίος και αδιαίρετος, εκφραστής της αλήθειας και των συνιστωσών. Αυτό όμως δεν είναι η αλήθεια. Τα τελευταία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύεται προς την εξουσία, με μοναδικό ενοποιητικό στοιχείο αυτό ακριβώς το όραμα της εξουσίας που θα ήταν η ιστορική ρεβάνς της Αριστεράς. Τίποτα άλλο.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν εκφράζει τα ίδια πράγματα με κομμάτια του κόμματός του. Αυτός ο λογαριασμός που θα μπορούσε να είναι διαλεκτική της αριστερής κομματικής λειτουργίας, αλλά είναι απλώς εκκρεμότητες, εκ των πραγμάτων θα μπει στο τραπέζι στην πρώτη μεγάλη διαφωνία, όπως είναι αυτή του μνημονίου.
Δεν πρόκειται για αιτία αλλά για αφορμή που μπορεί πραγματικά να έχει ως προμετωπίδα και δικαιολογία το βάρος μιας ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Είναι άγνωστο αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα ακολουθήσει τον Σισύφιο μύθο της Αριστεράς που καταλήγει πάντα σε διάσπαση, στο όνομα του σπουδαίου σκοπού, αλλά τα κομμάτια που ενδεχομένως να διασπαστούν , ούτε αυτά αποτελούν την ακριβή διαίρεση μεταξύ αυτών που αφουγκράζονται την κοινωνία με αυτούς που αναπαράγουν τη γραφειοκρατική αριστεροσύνη.
Σε μια ιστορική στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε κομμάτια της κοινωνίας που δεν είχαν άλλη εναλλακτική απ το να στραφούν σε αυτόν. Αν πρέπει να δώσω μια σχηματική απεικόνιση, θα έλεγα πως η κοινωνία πλησίασε τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ μέσα και από την ακτινοβολία του Τσίπρα και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ την κοινωνία. Ήταν μια ευτυχής συνάντηση που όμως τάραξε τα δεδομένα των δύο μερών. Και ενώ φαίνεται πως η κοινωνία είναι αυτή που έχει υποστεί το σοκ με τη γνωριμία με το ΣΥΡΙΖΑ, τελικώς το κομματικό περιεχόμενο είναι αυτό που διαλύεται από την πίεση της κοινωνίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διοικήσει, να καταλάβει τι συμβαίνει, να κατανοήσει τη γλώσσα του καθημερινού προβληματισμού, δηλαδή να βγει από το θεωρητικό μοτίβο των αυτοεπιβεβαιούμενων κομματικών συνταγών προκειμένου να διαχυθεί στην κοινωνία. Όχι για να χαθεί, αλλά για να γίνει σύγχρονος.
Ο τίμιος, ριζοσπαστικός, εναλλακτικός και πολλά υποσχόμενος ΣΥΡΙΖΑ, όπου επάνδρωσε τη μηχανή διακυβέρνησης φάνηκε λίγος και προσέτρεξε για βοήθεια στα παλιά υλικά των τεχνοκρατών της διαπλοκής. Έκανε έτσι διπλό λάθος, αφού και δεν εκσυγχρονίστηκε και παρέδωσε την εξουσία σε αυτούς που την εκπόρνευσαν. Ο λόγος είναι απλός: το κομματικό υπόβαθρο δεν ήταν και πολύ δοκιμασμένο στις κανονικές συνθήκες και την εργασία. Πλειοδοτούσε λεκτικά, μπορεί να έκανε τρεις επαναστάσεις τη μέρα μετά το φαγητό, μπορεί να αγωνιούσε για την κοινωνία αλλά δεν είχε και πολύ καλές σχέσεις μαζί της, αφού περισσότερο μιλούσε στο όνομά της παρά ζούσε μέσα της.
Η κοκκινοσκουφίτσα βρέθηκε ξαφνικά μόνη στο δάσος με τους λύκους, αλλά αποτέλεσε τμήμα ενός άλλου παραμυθιού με συμπρωταγωνιστές όχι κυνηγούς που θα σκότωναν το λύκο αλλά νάνους.
Σήμερα το πρόβλημα δεν είναι μια πιθανή διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η διάστασή του με την κοινωνία. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον το μικρό κομματικό ποσοστό των ανθρώπων που συγκινούνται ερμηνεύοντας τις κομματικές γραμμές από τη πλευρά του τροτσκιστή, το κομμουνιστή ή του αυτοσχέδιου επαναστάτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο κόσμος που αγωνιά και πρέπει να εκφραστεί. Οι πολίτες που θέλουν να τελειώσουν με τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Που περιμένουν να αποδοθεί Δικαιοσύνη με την ίδια αγωνία που θέλουν και μεροκάματο.
Αν αυτές οι αγωνίες ψαλιδιστούν για να ταιριάζουν στο κομματικό μοτίβο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει το φόντο ενός ιστορικού λάθους. Την Αριστερά τη διακατείχε πάντα το σύνδρομο της ιδεολογικής διάχυσης. Ο φόβος μην χάσει το ριζοσπαστισμό της, την αυθεντικότητα και την τιμιότητά της στο ανακάτεμα με τις κοινωνικές απαιτήσεις. Έτσι έμενε σεχταριστικά μόνη αλλά πάντα ιδεολογικά καθαρή.
Σήμερα δεν μιλάμε για καθαρότητα ή για νόθευση των αρχών αλλά για τη δοκιμασία τους για πρώτη φορά. Μέσα στους καπνούς από τα τσιγάρα των κομματικών συνάξεων (και τώρα πια κυβερνητικών), η πραγματικότητα μερικές φορές μπορεί να μοιάζει ως ρομαντικό τοπίο στην ομίχλη αλλά συνήθως είναι τοξικοί καπνοί. Όποιος θέλει να δοκιμαστεί ας ανοίξει τα παράθυρα. Καλό θα είναι να κοιτάξει και έξω.